Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

ΔΥΣΛΕΞΙΑ ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

Το 70% των μαθητών με δυσλεξία παρουσιάζουν δυσκολίες με τη γλώσσα των αριθμών και το χειρισμό γεωμετρικών σχημάτων ή συμβόλων. Εξάλλου η δυσλεξία χαρακτηρίζεται από τη δυσκολία διαχείρισης συμβολικού υλικού καθώς και από έλλειμμα προσανατολισμού στις προσλαμβάνουσες οπτικές και ακουστικές παραστάσεις. Υποστηρίζεται επίσης ότι χωρίς την κατανόηση των εννοιών του χρόνου και της ακολουθίας είναι αμφίβολη η ακριβής κατανόηση της έννοιας της σειράς, που έχει την έννοια της ένταξης των πραγμάτων στην κατάλληλη θέση. Παρόλο που πολλά παιδιά με δυσλεξία παρουσιάζουν ανώτερο επίπεδο στα μαθηματικά δυσκολεύονται πολύ στις περιοχές που απαιτούν χρήση μνημονικής ικανότητας. Ένας από τους περιορισμούς των παιδιών είναι η άμεση ανάκληση αριθμών από τη μνήμη. Αυτός είναι και ο λόγος που υιοθετούν και αντισταθμιστικές στρατηγικές στην επίλυση προβλημάτων , όπως να χρησιμοποιούν τα δάχτυλα τους για τη μέτρηση ή να κρατούν σημειώσεις στο τετράδιο. Συχνά παρατηρείται να κάνουν αριθμητικές πράξεις με αργούς ρυθμούς ή με υπερβολικά γρήγορους. Διακρίνονται για παρόμοιο ρυθμό στη γενικότερη επεξεργασία πληροφοριών και αδυναμία αυτοματοποίησης της μαθηματικής συμπεριφοράς, όπως και στην ορθογραφία.

Σε έρευνα 132 παιδιών με δυσλεξία , ηλικίας 13-18 χρονών, βρέθηκε ότι παρουσιάζουν ελλείμματα στην πράξη της αφαίρεσης και έχουν μεγάλες δυσκολίες στην απομνημόνευση της προπαίδειας και στη σωστή χρήση της , στην πρόσθεση όπου μπερδεύουν τις στήλες και στην αναγνώρισης της αξίας ενός αριθμού ανάλογα με τη θέση του, κυρίως στους δεκαδικούς, όπου βάζουν το κόμμα σε λανθασμένη θέση ή γράφουν λανθασμένο αριθμό μηδενικών, αλλά και στις άλλες αριθμητικές πράξεις που ξεκινούν να προσθέτουν από αριστερά προς τα δεξιά , αντί για να ξεκινήσουν από τις μονάδες, ξεχνάνε τα κρατούμενα, ενώ στον πολλαπλασιασμό τείνουν να γράφουν τις δεκάδες στο γινόμενο και να βάζουν ως κρατούμενο τις μονάδες. Την μεγαλύτερη δυσκολία όμως την έχουν στη διαίρεση, που πρέπει να αρχίσουν από τα αριστερά και να εκτελέσουν μια σύνθετη πράξη, που εμπεριέχει πρόσθεση, αφαίρεση και πολλαπλασιασμό. Και ενώ πολλά παιδιά δείχνουν να μην έχουν καμία δυσκολία στις πράξεις, όταν καλούνται να τις κάνουν μέσα στη διαίρεση, χάνονται. Επίσης πολλά λάθη γίνονται στην επίλυση αριθμητικών παραστάσεων όπου χάνουν την ακολουθία .

Χαρακτηριστικά παραδείγματα μαθηματικών πράξεων σε παιδιά με δυσλεξία:

                             47                                 18                                    235

                          + 5                                 +13                                  -123

                         -------                              ------- -                                ---------

                            97                                 211                                  358



« Αναγνώρισε τα ταλέντα και την αξία του παιδιού σου, για να τα αναγνωρίσει και το ίδιο στον εαυτό του.»

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

ΔΥΣΛΕΞΙΑ ΚΑΙ ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ 2/4

Όλα τα παιδιά κάποια χρονική στιγμή μπαίνουν στην διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας. Στους μαθητές όμως με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται συχνά και κυρίως κατά την πρώτη περίοδο της επαφής τους με την άλλη γλώσσα, προβλήματα λόγω της διαφοροποίησης που έχει η μητρική – στην προκειμένη περίπτωση η ελληνική – με τις άλλες ευρωπαικές γλώσσες, αφού τα παιδιά βγάζουν τις ίδιες δυσχέρειες στα αγγλικά με αυτές που είχαν στην ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας στα πρώτα χρόνια. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ενώ τη μητρική του γλώσσα το παιδί μαθαίνει να τη γράφει και να τη διαβάζει τέσσερα περίπου χρόνια αφότου αρχίσει να τη μιλάει, την ξένη γλώσσα τη διδάσκεται αντίθετα, δηλαδή ο γραπτός λόγος προηγείται του προφορικού. Πολλές φορές μάλιστα επειδή τα 9 από τα 24 γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου συμπίπτουν με την ελληνική, δίνεται η εντύπωση στον καθηγητή ότι το παιδί την γνωρίζει και προχωρά στη σύνθεση λέξεων. Άλλη μια δυσκολία επίσης υπάρχει στο ότι ενώ στα ελληνικά αντιστοιχεί ένας ήχος σε κάθε γράμμα, στα αγγλικά έχουμε π.χ για το β το b, v, w,ενώ έχουμε και τις περιπτώσεις που ένα γράμμα προφέρεται ανάλογα με τη θέση που έχει μέσα στη λέξη, π.χ το s διαβάζεται και ως σ και ως ζ. Δυσκολία επίσης παρουσιάζεται και στα γράμματα που οπτικά είναι ίδια αλλά προφέρονται διαφορετικά π.χ Β- ΜΠ, Η- Χ, Ρ – Π, Χ – Ξ και αντίθετα το γκ –g , μπ – b και το ντ – d. Σημαντικές διαφορές εξάλλου υπάρχουν στη σύνταξη των προτάσεων, στη θέση των ρημάτων και των προσωπικών αντωνυμιών και στη διαφορετική χρήση των προθέσεων. Συγκεκριμένα τα παιδιά με δυσλεξία, στις ξένες γλώσσες παρουσιάζουν συγχύσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά αλλά και ακουστικά όπως το b – d, l – t, m – n, b – q, στα συμπλέγματα που προφέρονται διαφορετικά ανάλογα με τη λέξη, π.χ enough, though, ή στα γράμματα που προφέρονται διαφορετικά σε κάθε λέξη, π.χ some – home. Σύγχυση επίσης παρουσιάζεται και σε λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ηχητικά, π.χ write – right – ride, to – two – too, κλπ. Κάποιες φορές πάλι τα παιδιά γράφουν τη λέξη, όπως την ακούν, π.χ run – ran.Οι δυσλεξικοί μαθητές χρειάζονται πλήρη αποσαφήνιση των γραμματικών κανόνων, αναλυτικοσυνθετική μέθοδο διδασκαλίας και χρήση οπτικών και κυρίως ακουστικών μέσων, συνεχή ενθάρρυνση και προσοχή στην αρχή, ώστε να μην απογοητευτούν, γιατί όσοι μαθητές με δυσλεξία είχαν την κατάλληλη μεταχείριση κατάφεραν να φτάσουν και σε επίπεδο proficiency.

Όλα τα παιδιά κάποια χρονική στιγμή μπαίνουν στην διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας. Στους μαθητές όμως με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται συχνά και κυρίως κατά την πρώτη περίοδο της επαφής τους με την άλλη γλώσσα, προβλήματα λόγω της διαφοροποίησης που έχει η μητρική – στην προκειμένη περίπτωση η ελληνική – με τις άλλες ευρωπαικές γλώσσες, αφού τα παιδιά βγάζουν τις ίδιες δυσχέρειες στα αγγλικά με αυτές που είχαν στην ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας στα πρώτα χρόνια. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ενώ τη μητρική του γλώσσα το παιδί μαθαίνει να τη γράφει και να τη διαβάζει τέσσερα περίπου χρόνια αφότου αρχίσει να τη μιλάει, την ξένη γλώσσα τη διδάσκεται αντίθετα, δηλαδή ο γραπτός λόγος προηγείται του προφορικού. Πολλές φορές μάλιστα επειδή τα 9 από τα 24 γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου συμπίπτουν με την ελληνική, δίνεται η εντύπωση στον καθηγητή ότι το παιδί την γνωρίζει και προχωρά στη σύνθεση λέξεων. Άλλη μια δυσκολία επίσης υπάρχει στο ότι ενώ στα ελληνικά αντιστοιχεί ένας ήχος σε κάθε γράμμα, στα αγγλικά έχουμε π.χ για το β το b, v, w,ενώ έχουμε και τις περιπτώσεις που ένα γράμμα προφέρεται ανάλογα με τη θέση που έχει μέσα στη λέξη, π.χ το s διαβάζεται και ως σ και ως ζ. Δυσκολία επίσης παρουσιάζεται και στα γράμματα που οπτικά είναι ίδια αλλά προφέρονται διαφορετικά π.χ Β- ΜΠ, Η- Χ, Ρ – Π, Χ – Ξ και αντίθετα το γκ –g , μπ – b και το ντ – d. Σημαντικές διαφορές εξάλλου υπάρχουν στη σύνταξη των προτάσεων, στη θέση των ρημάτων και των προσωπικών αντωνυμιών και στη διαφορετική χρήση των προθέσεων. Συγκεκριμένα τα παιδιά με δυσλεξία, στις ξένες γλώσσες παρουσιάζουν συγχύσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά αλλά και ακουστικά όπως το b – d, l – t, m – n, b – q, στα συμπλέγματα που προφέρονται διαφορετικά ανάλογα με τη λέξη, π.χ enough, though, ή στα γράμματα που προφέρονται διαφορετικά σε κάθε λέξη, π.χ some – home. Σύγχυση επίσης παρουσιάζεται και σε λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ηχητικά, π.χ write – right – ride, to – two – too, κλπ. Κάποιες φορές πάλι τα παιδιά γράφουν τη λέξη, όπως την ακούν, π.χ run – ran.Οι δυσλεξικοί μαθητές χρειάζονται πλήρη αποσαφήνιση των γραμματικών κανόνων, αναλυτικοσυνθετική μέθοδο διδασκαλίας και χρήση οπτικών και κυρίως ακουστικών μέσων, συνεχή ενθάρρυνση και προσοχή στην αρχή, ώστε να μην απογοητευτούν, γιατί όσοι μαθητές με δυσλεξία είχαν την κατάλληλη μεταχείριση κατάφεραν να φτάσουν και σε επίπεδο proficiency.

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

ΔΥΣΛΕΞΙΑ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 1/4

Από τις προσωπικές μαρτυρίες ενηλίκων με δυσλεξία διακρίνεται η αρνητική και συχνά τραυματική εμπειρία στην διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης. Ιδιαίτερα τις προηγούμενες δεκαετίες όπου ο μαθητής με μαθησιακές δυσκολίες χαρακτηριζόταν ως τεμπέλης και απρόσεκτος. Και στις μέρες μας όμως τα παιδιά με μαθησιακά προβλήματα παρουσιάζουν κοινωνική απόσυρση και απομόνωση, χαμηλή αυτοεκτίμηση, έντονο άγχος για τη σχολική τους απόδοση, έλλειψη υπομονής στην διεκπεραίωση μιας σχολικής εργασίας , δυσκολία στην διατήρηση των ορίων και τη συμμόρφωση σε κανόνες συμπεριφοράς τόσο στη διάρκεια του μαθήματος, όσο και στην ώρα του παιχνιδιού. Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού σε συνδυασμό με την υπερκινητικότητα, την παρορμητικότητα και τα έντονα ξεσπάσματα που συχνά έχουν δείχνουν κάποιες φορές σαν να μην ξέρουν πώς να παίξουν αλλά και να κάνουν φιλίες, να έρθουν σε επαφή με τα συναισθήματα τους αλλά και να τα εκφράσουν με το σωστό τρόπο. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι συχνά τα προβλήματα διαγωγής και η συμπεριφορά κλόουν μέσα στην τάξη, ενώ οι καθηγητές αναγκάζονται να δίνουν ωριαίες αποβολές για να διασφαλίσουν την ηρεμία της υπόλοιπης ομάδας, αλλά και πολλών ημερών, χωρίς συνήθως αποτέλεσμα, αφού έλλειψης ψυχολόγων στα σχολεία αναγκάζονται οι ίδιοι να προσπαθούν να καλύψουν και αυτό το ρόλο.

Στο γυμνάσιο τα παιδιά με δυσλεξία δυσκολεύονται να κατανοήσουν τη φύση του προβλήματος τους αφού συχνά δεν τους έχει δώσει κάποιος πληροφορίες γι αυτό. Κατανοούν ότι οι συμμαθητές τους προσέχουν τις δυσκολίες τους αλλά τα ίδια αποφεύγουν να μιλήσουν για αυτές, από φόβο μήπως τους κοροϊδέψουν οι συμμαθητές τους. Ακόμα και όταν ρωτούνται τα παιδιά, για το ποια έχουν γνωμάτευση από κάποιο διαγνωστικό κέντρο, και ποια θα ήθελαν να εξετάζονται προφορικά, πολλά παιδιά δεν το λένε, επειδή είτε από άγνοια είτε από προκατάληψη, κάποιοι συμμαθητές τους να νομίσουν ότι πρόκειται για κάποια αναπηρία ή νοητική στέρηση. Γι αυτό το λόγο αυτές οι ερωτήσεις ίσως θα έπρεπε να γίνονται ίσως σε πιο προσωπικό επίπεδο και πιθανόν εκτός αίθουσας.

Και ενώ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση η προσδοκία των εκπαιδευτικών είναι η εξάλειψη των μαθησιακών δυσκολιών - γεγονός που δεν είναι πάντα εφικτό αφού τα προβλήματα δυσλεξίας βελτιώνονται αλλά δεν εξαλείφονται- στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση φαίνεται ότι οι προσδοκίες κάποιες φορές περιορίζονται πολύ, αφού συχνά στόχος θεωρείται η προαγωγή στην επόμενη τάξη και όχι τόσο οι πανεπιστημιακές σπουδές. Άσκοπη επίσης χαρακτηρίζεται η τοποθέτηση των παιδιών με δυσλεξία στα τμήματα ένταξης καθώς οι ομάδες είναι ανομοιογενείς και χαμηλότερου νοητικού επιπέδου, θεωρώντας το θεσμό της ενισχυτικής διδασκαλίας την αμέσως καλύτερη πρόταση στις περιπτώσεις που το παιδί δεν μπορεί να παρακολουθήσει εξατομικευμένο πρόγραμμα διδασκαλίας και θεραπευτικής παρέμβασης.

Ειδικότερα τόσο στην πρωτοβάθμια, όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει οι μαθητές με δυσλεξία να επαινούνται στα θετικά τους σημεία και να υπάρχει συνεχή επανατροφοδότηση. Θα πρέπει η διόρθωση των λαθών σε περιπτώσεις δυσορθογραφίας να γίνεται στα βασικότερα ορθογραφικά και στις ενότητες που το παιδί έχει διδαχθεί από τον ειδικό παιδαγωγό και όχι με κόκκινο χρώμα . Να βαθμολογείται κάθε φορά στο μάθημα που εξετάζεται – στο διαγώνισμα της ιστορίας για παράδειγμα δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ορθογραφικά λάθη – και όταν υπάρχει η δυνατότητα να δίνεται περισσότερος χρόνος στα παιδιά στα διαγωνίσματα, στην αντιγραφή από τον πίνακα και στην έκθεση. Θα πρέπει η διατύπωση των ερωτήσεων να γίνεται όσο το δυνατόν πιο απλά, ελέγχοντας πάντα αν κατανοούν το λεξιλόγιο και τις εκφωνήσεις των ασκήσεων και να επαναλαμβάνονται πάνω από μία φορά, αφού αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους χαμηλής επίδοσης στα διαγωνίσματα. Να χρησιμοποιούνται όπου είναι δυνατόν περισσότερες πολυαισθητηριακές μέθοδοι, για τον τονισμό των κύριων σημείων και το κέντρισμα της προσοχής των αφηρημένων μαθητών και σχεδιαγράμματα και να ενθαρρύνεται η εργασία σε ζευγάρια όπου θα μπορεί ο ένας μαθητής να βοηθήσει τον άλλο που αδυνατεί να γράψει γρήγορα. Και να δίνεται η δυνατότητα εάν ο μαθητής δεν το επιθυμεί, στις περιπτώσεις που δυσκολεύεται , να μην συμμετέχει στη φωναχτή ανάγνωση μέσα στην τάξη. Τέλος θα πρέπει να τονιστεί για μια ακόμη φορά η αναγκαιότητα των ψυχολόγων στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς που κάποιες φορές έχουν άμεση σχέση με τα μαθησιακά προβλήματα.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Δ Υ Σ Λ Ε Ξ Ι Α




Μετάφραση:

- με την τσατσάρα μου χτενίζω τα μαλλιά.

-Τα τζιτζίκια τραγουδούν το καλοκαίρι.

-Χτες το απόγευμα με τσίμπισε ένα αγκάθι

-τα παιδιά πηγαίνουν στο τσίρκο



Η δυσλεξία ή ειδική μαθησιακή δυσκολία, όπως επικράτησε να λέγεται τα τελευταία χρόνια, απασχολεί διαρκώς και περισσότερο τα σχολεία όλων των βαθμίδων στη χώρα μας, αλλά και σημαντικό αριθμό γονέων. Παράλληλα τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει μια πληθώρα ερευνών που διερευνούν το αντικείμενο των μαθησιακών δυσκολιών και ειδικότερα της δυσλεξίας, μέσα από διαφορετικές επιστημονικές προσεγγίσεις και σχολές. Ενώ υπάρχει ένας καταιγισμός πληροφοριών που αφορούν την ορολογία, τα κριτήρια αξιολόγησης, τους αιτιολογικούς παράγοντες, τις θεραπευτικές μεθόδους και των ρόλο των διάφορων ειδικοτήτων στην αποκατάσταση τους που συχνά προκαλούν περισσότερο σύγχυση στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς. Τι εννοούμε όμως με τον όρο δυσλεξία και ποιες είναι οι ενδείξεις που θα κάνουν ένα γονιό ή δάσκαλο να υποψιαστεί ότι έχει να κάνει με κάποια τέτοιου τύπου δυσκολία;

Η δυσλεξία δεν είναι διαταραχή της εκφοράς του λόγου, αν και συχνά συγχέεται με τη δυσλαλία. Η άρθρωση και η ομιλία των παιδιών με δυσλεξία είναι φυσιολογική, εκτός αν υπάρχει και κάποια άλλη διαταραχή μαζί με τη δυσλεξία. Δεν έχει σχέση με τη νοητική στέρηση. Εμφανίζεται συχνότερα στα αγόρια από ότι στα κορίτσια με αναλογία ¼.παρατηρείται σε όλους τους πολιτισμούς και δεν σχετίζεται με συναισθηματικούς και περιβαλλοντολογικούς παράγοντες. Στην δυσλεξία παρατηρείται επίμονη και συνεχής αδυναμία ανάγνωσης ,παρά τη φυσιολογική νοημοσύνη του παιδιού, άλλοτε σε μεγαλύτερο και άλλοτε σε μικρότερο βαθμό, δυσανάγνωστη γραφή και επίμονη δυσκολία στην εκμάθηση και αυτοματοποίησης της ορθογραφικής ικανότητας αλλά και στον τομέα των μαθηματικών, του προσανατολισμού στο χώρο και στο χρόνο και της οπτικής και ακουστικής αντίληψης και μνήμης. Συγχρόνως ενδέχεται να παρουσιάζουν εξαιρετικές ικανότητες στα εικαστικά, την αισθητική, τη διακόσμηση, τη μουσική και τις δημιουργικές κατασκευές.

Ειδικότερα τα παιδιά με δυσλεξία αντιμετωπίζουν δυσκολία στην οπτική επεξεργασία. Δυσκολεύονται στην αντίληψη των χαρακτηριστικών των γραμμάτων, όπως ο προσανατολισμός τους, 3-ε, η θέση τους, η διαδοχή των γραμμάτων στο χώρο και η αντίληψη και διάκριση μορφών, σχημάτων και συμβόλων.

Δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν τους φθόγγους που μοιάζουν οπτικά, όπως το τα-π, η-ω, μ-ν, γ-χ, α-ο, φ-θ, β-δ, δ-θ, ζ-ξ, τσ- τζ με αποτέλεσμα την αντικατάσταση τους και την αντίστροφη ανάγνωσή τους. Διαβάζουν καθρεφτικά, όπως ε-3,τσ- στ, ία-αι, ίο-οι, ειδικότερα σε λέξεις τύπου φωνήεν- σύμφωνο-σύμφωνο-φωνήεν, π.χ τη λέξη αργός θα τη διαβάσουν αγρός, προσθέτουν γράμματα εκεί που δεν υπάρχουν ή αλλάζουν τη θέση τους ή τα παραλείπουν π.χ αντί για ταραχή μπορεί να διαβάσουν τραχή, αντί για κρασί , καρασί ή το παρεμφερές κεράσι. Επίσης εκτός ότι μπορεί να αντικαταστήσουν μια λέξη με μια άλλη που μοιάζει οπτικά ή ακουστικά μπορεί να αντικαταστήσουν μια λέξη με μια άλλη που μοιάζει σημασιολογικά, π.χ μαύρος- σκοτεινός. Τις ίδιες δυσκολίες μπορεί να παρουσιάσουν και στο γραπτό τους ανάλογα με τη βαρύτητα της δυσλεξίας αλλά και τις συνθήκες κατά τις οποίες το παιδί γράφει. Συνήθως τα περισσότερα λάθη σημειώνονται, ακόμα και για τα παιδιά που δεν έχουν σοβαρό πρόβλημα, στην ώρα της ορθογραφίας, στις σχολικές εκθέσεις και στα γραπτά διαγωνίσματα, όπου το παιδί γράφει υπό την πίεση του χρόνου, όπου παραλείπουν, αντικαθιστούν και προσθέτουν τόσο γράμματα, όσο και συλλαβές με αποτέλεσμα να μη γίνεται κατανοητή η λέξη. Γράφουν χωρίς να χωρίζουν προτάσεις με απουσία των κεφαλαίων και των σημείων στίξης με ελλιπής δομή και σύνταξη, πολύ φτωχό λεξιλόγιο και έλλειψη ιδεών, ενώ μπορεί ο προφορικός τους λόγος να είναι εκφραστικός και να διαθέτουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο.

Δυσχέρεια επίσης παρατηρείται στην ανάγνωση λέξεων που διαφέρουν μόνο στον τονισμό, π.χ νόμος- νομός, λεμόνια-λεμονιά, ή που μοιάζουν πολύ μεταξύ τους π.χ γνωρίζω-χωρίζω, άλλοτε- άλλωστε ,θάρρος- φάρος. Για αυτούς τους λόγους για το παιδί με δυσλεξία η ανάγνωση είναι δύσκολη έως αδύνατη, γεγονός που πρέπει να μας προβληματίσει και να μας κάνει να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό ακόμα και από την πρώτη δημοτικού. Αν και υπάρχει η άποψη ότι η διάγνωση της δυσλεξίας πρέπει να γίνεται μετά την Τρίτη δημοτικού, θα πρέπει κάποιος μετά τα Χριστούγεννα της πρώτης δημοτικού, να αναρωτηθεί γιατί το παιδί ενώ είναι έξυπνο, αδυνατεί να ακολουθήσει το επίπεδο της τάξης του και δε μπορεί να διαβάσει;                                                                                 
                                                                                                                                                         Συνεχίζεται....



                                                                                                                                                          

                                                                                                                                           

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2009

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΜΕ ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ 2

Στο σχολείο φαίνεται ότι είναι μικρότερη η ανοχή και η ενημέρωση από την πλευρά του εκπαιδευτικού συστήματος σε αντίθεση με τις περιπτώσεις δυσλεξίας με αποτέλεσμα κάποιες φορές το παιδί με υπερκινητικότητα να χαρακτηρίζεται ως καθυστερημένο, αργόστροφο ή κακομαθημένο. Τα παιδιά με δυσκολίες τόσο στο χώρο του σχολείου, όσο και κατά τη διάρκεια της μελέτης στο σπίτι χρειάζονται σαφείς οδηγίες για τις εργασίες τους, με δομημένο τρόπο διδασκαλίας και πολλές επαναλήψεις για εμπέδωση. Χρειάζεται δίπλα τους ένας εκπαιδευτικός και ένας γονιός που θα τα καθοδηγεί και θα τα εποπτεύει και όχι κάποιον που θα του προσφέρει έτοιμες λύσεις, γιατί αυτό μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει σε ένα παιδί χωρίς πρωτοβουλία και αυτενέργεια. Θετικό αποτέλεσμα έχουν και οι μικρές συμφωνίες και η θετική επιβράβευση από την πλευρά του ενήλικα, με την προϋπόθεση ότι θα είναι συνεπής στην τήρηση των υποσχέσεων του απέναντι στο παιδί. Οι φωνές, οι απειλές και οι τιμωρίες φέρνουν αντίθετο αποτέλεσμα και πρέπει να αποφεύγονται γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι για το γονιό να παραμείνει ήρεμος σε κάποιες συμπεριφορές του παιδιού του. Το παιδί με υπερκινητικότητα παρουσιάζει μια αυξημένη υπερευαισθησία, που σε συνδυασμό με την παρορμητικότητα και τον έντονο συναισθηματισμό που το διακρίνει, αλλά και τις συχνές αλλαγές στην διάθεσή του, το κάνει να αντιδράει πολύ αρνητικά στην κριτική και στις παρατηρήσεις. Για αυτό χρειάζονται προσεκτικοί χειρισμοί στην επιβολή περιορισμών και τιμωριών από τη μία, ενώ από την άλλη είναι απαραίτητη, πολύ περισσότερο από ότι σε ένα άλλο παιδί, η τήρηση ορίων και η ακολούθηση ενός καλά δομημένου χρονικά και λειτουργικά προγράμματος στο σπίτι, είτε αφορά τις εργασίες του σχολείου, είτε τις υποχρεώσεις του παιδιού γενικότερα.

Το παιδί με υπερκινητικότητα, όντας έξυπνο καταλαβαίνει τα προβλήματα του για αυτό καλό είναι κάποιος που έχει καλή συναισθηματική σχέση μαζί του να του εξηγήσει και να συζητήσει μαζί του τις δυσκολίες του. Γιατί με το πέρασμα του χρόνου αυτή η κινητική ανησυχία και τα μαθησιακά προβλήματα, μπορούν να δημιουργήσουν και αισθήματα ενοχής, χαμηλή αυτοεκτίμηση, άγχος και προβλήματα συμπεριφοράς που στην εφηβική ηλικία και στη διάρκεια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μπορεί να σχηματίσουν την εικόνα ενός παιδιού που προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή των συμμαθητών του, είτε κάνοντας τον κλόουν μέσα στην τάξη, είτε κάνοντας πράξεις για τις οποίες κάποια στιγμή θα τιμωρηθεί. Επιπλέον η παρορμητικότητα του, η κακή κρίση και η υπερεκτίμηση των ικανοτήτων του σε κάποιους τομείς, μπορεί να το οδηγήσουν στην πρόκληση ατυχημάτων ή άλλων παραβατικών συμπεριφορών.

Στην ενήλικη ζωή μπορεί να παρουσιαστούν προβλήματα σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων, τόσο στα πλαίσια ενός γάμου όσο και σε αυτά των φιλικών σχέσεων, αφού συχνά ως ενήλικες είναι νευρικοί, θυμώνουν εύκολα, δείχνουν να μη μπορούν να διαχειριστούν τα συναισθήματα τους και δεν αντέχουν την κριτική και πολύ περισσότερο τη ματαίωση, τόσο στον συγγενικό όσο και στον εργασιακό τους χώρο. Από την άλλη έχοντας υψηλά επίπεδα ευαισθησίας κατανοούν την κυκλοθυμικότητα τους και τα προβλήματα που δημιουργούν στους άλλους, με αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα να αποκτούν δευτερογενή συναισθηματικά προβλήματα.

Όταν όμως η οικογένεια του παιδιού και το ίδιο μετά την έγκαιρη διάγνωση ενημερωθεί σωστά και εκπαιδευτεί με την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση στη κατανόηση, βελτίωση και διαχείριση των δυσκολιών του, το παιδί με υπερκινητικότητα μπορεί να έχει πολύ καλές επιδόσεις στο σχολείο και μελλοντικά με την σωστή επιλογή επαγγέλματος, μπορεί να διοχετεύσει τα υψηλά επίπεδα ενέργειας με δημιουργικό τρόπο και να πετύχει επαγγελματικά, όπως έχει συμβεί πολλές φορές. Γιατί το παιδί με υπερκινητικότητα εκτός από δυσκολίες έχει και εξαιρετικά χαρίσματα που μπορεί να το οδηγήσουν σε ένα καλό μέλλον.

“Ο κόσμος μας δε χρειάζεται αυτούς που σκέφτονται σαν τους πολλούς,  αλλά αυτούς που σκέφτονται διαφορετικά.”


το άρθρο έχει δημοσιευτεί στον ' Αναγώστη' Αργολίδος

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

Δυσγραφία

Η γραφή με το χέρι είναι μια σύνθετη δραστηριότητα και απαιτεί το συνδυασμό οπτικών, κινητικών κιναισθητικών (προσανατολισμό στο χώρο) και γνωστικών δεξιοτήτων. Για να γράψει ένας μαθητής θα πρέπει να έχει αναπτύξει τις προδεξιότητες οπτικοκινητικού συντονισμού, να έχει την κατάλληλη στάση του σώματος και του τετραδίου, σωστή λαβή του μολυβιού και παράλληλα να μπορεί να υπολογίσει την ευθυγράμμιση των γραμμάτων του, το μέγεθός τους και την σταθερότητα του, το πάχος της γραμμής, την αναλογία πεζών και κεφαλαίων, την απόσταση των κενών ανάμεσα στις λέξεις, την συνολική εικόνα του κειμένου του αλλά και την ταχύτητα της γραφής. Πρέπει να έχει ικανοποιητικό έλεγχο των κινήσεων του, της προσοχής του και του προσανατολισμού του στο χώρο.
Τα παιδιά με δυσγραφία παρουσιάζουν επίμονη δυσκολία στην γραφή, με αποτέλεσμα ένα δυσανάγνωστο κείμενο, ή ένα ευανάγνωστο που όμως έχει γραφτεί με πάρα πολύ αργό ρυθμό. Δεν πρέπει να συγχέεται η δυσγραφία, με τις παραλείψεις γραμμάτων που αφορούν την δυσλεξία και την δυσορθογραφία, παρότι συχνά συνυπάρχουν και την δυσπραξία. Πρέπει επίσης να γίνεται ένας διαχωρισμός στην δυσλεκτική δυσγραφία και σε αυτή που οφείλεται σε δυσκολίες οπτικοκινητικού συντονισμού, ή ελλιπής λεπτή κινητικότητα και γενικότερες κινητικές δυσκολίες π.χ σύνδρομο Down.
Οι μαθητές με δυσγραφία παρουσιάζουν απουσία τονισμού, σημείων στίξης, ανάμειξη κεφαλαίων και μικρών γραμμάτων. Δεν γράφουν πάνω στη γραμμή, δυσκολεύονται να κρατήσουν ένα σταθερό μέγεθος και πάχος γραμμάτων, βγαίνουν έξω από το περιθώριο, δεν αφήνουν αποστάσεις ανάμεσα στις λέξεις με αποτέλεσμα όλη η σελίδα να μοιάζει με μια πρόταση. Συνήθως κρατούν με δύναμη το μολύβι τους, σπάζοντας συνέχεια τη μύτη από τη πίεση που ασκούν – για αυτό το λόγο η χρήση μηχανικών μολυβιών δεν ενδείκνυται - σβήνουν συνέχεια, κάνουν μουντζούρες και τσαλακώνουν τα τετράδιά τους. Κουράζονται περισσότερο από τα άλλα παιδιά όταν γράφουν και παραπονιούνται ότι τα πονάει το χέρι τους, κάτι που πράγματι συμβαίνει. Δαγκώνουν την ώρα που γράφουν το μολύβι ή την μπλούζα τους και χάνουν συνέχεια τα πράγματα του γραφείου τους.
Η αντιγραφή είναι η πιο βαρετή και κοπιαστική δραστηριότητα και την αναβάλλουν όσο μπορούν. Γράφουν είτε υπερβολικά γρήγορα και δυσανάγνωστα, είτε υπερβολικά αργά. Ιδιαίτερα σε καταστάσεις πίεσης, όπως τα διαγωνίσματα, το γραπτό τους μπορεί να είναι αδύνατο να διαβαστεί.
Οι παρατηρήσεις από τον εκπαιδευτικό ή το γονιό του τύπου « προσπάθησε περισσότερο, μπορείς να κάνεις καλύτερα γράμματα», φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα. Οι ασκήσεις αντιγραφής, παρότι είναι μια καλή άσκηση για τα παιδιά, όταν γίνεται χωρίς επίβλεψη, δεν έχει το αναμενόμενο αποτέλεσμα, αφού δε καθοδηγείται το παιδί στη σωστή φορά των γραμμάτων και εδραιώνει λάθος τεχνικές .
Δυστυχώς όμως ένα κείμενο δυσανάγνωστο προδιαθέτει αρνητικά τον αναγνώστη, ακόμα και αν το περιεχόμενο του είναι πολύ καλό. Για αυτό το λόγο, καλό είναι το παιδί να μπει στην κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση από τον ειδικό και με την χρήση ταυτόχρονα υποστηρικτικών μέσων να προσπαθήσει να γράψει περισσότερο ευανάγνωστα. Στα μικρότερα παιδιά που είναι και πιο ανώριμα, οι απαιτήσεις πρέπει να είναι μικρότερες και να μην είμαστε αυστηροί, ούτε να συγκρίνουμε τα γραπτά τους με των άλλων παιδιών. Ίσως στην αρχή να χρειάζεται να παίρνουν λιγότερες ασκήσεις από τις κανονικές και να τους δίνετε περισσότερος χρόνος, με ολιγόλεπτα διαλλείματα. Μεγαλώνοντας το παιδί και καθώς ωριμάζει, κάνοντας μικρά βήματα κάθε φορά, με εκπαίδευση και συνεχή ενθάρρυνση, βελτιώνει το γραπτό του και αποκτά περισσότερη αυτοπεποίθηση σε ότι αφορά το γραπτό λόγο.

ΑΝ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΘΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΥΜΕ ΤΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΔΑΞΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΘΕΙ. – Maria Montessori .

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΔΥΣΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ

Δυσορθογραφία ονομάζεται η ειδική μαθησιακή διαταραχή που εκδηλώνεται με επίμονη και ασυνήθιστη δυσκολία στην θεματική και καταληκτική ορθογραφία. Πρέπει να διαφοροποιείται από τη δυσλεξία που αφορά την αναγνωστική δυσχέρεια και την δυσγραφία, για την οποία θα γίνει λόγος αργότερα.
Για να γράψει ένα παιδί ορθογραφημένα, πρέπει αφού έχει περάσει τη φάση της λειτουργικής ανάγνωσης να καταφέρει να δομήσει δεξιότητες που έχουν σχέση με τη φωνολογία, την μορφολογία των λέξεων καθώς και την κατανόηση των συμφραζόμενων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ομόηχες λέξεις. Θα πρέπει να έχει φωνημική και συλλαβική επίγνωση, να χειρίζεται τις καταλήξεις των λέξεων και τα μορφήματα. Θα πρέπει να έχει στην μνήμη του και να ανακαλέσει την οπτική αναπαράσταση της λέξης. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί συχνά παιδιά με νοητική στέρηση που όμως έχουν καλή οπτική μνήμη, γράφουν πιο ορθογραφημένα από μαθητές με δυσλεξία που συνήθως συνυπάρχει με τη δυσορθογραφία.
Μέχρι την ηλικία των 7- 8 ετών, είναι φυσιολογικό ένα παιδί να κάνει λάθη σε κάποιες δύσκολες λέξεις. Μετά τα 8 θα αρχίσει να γνωρίζει τους βασικούς κανόνες ορθογραφίας και να γράφει σωστά.
Η ελληνική γλώσσα έχει την ιδιαιτερότητα να έχει ομόηχα φωνήματα και δίψηφα που αποδίδονται με διαφορετικούς τρόπους, π.χ ο-ω, ε-αι, ι-υ-η-ει-οι-υι, αυ,ευ, δίψηφα σύμφωνα π.χ γκ-γγ, λλ, μμ, αλλά και ομόηχες λέξεις με διαφορετική σημασία π.χ τύχη – τείχη –τοίχοι κ.λ.π.
Το παιδί λοιπόν καλείται να κάνει γραφοφωνημική αντιστοίχιση, να επιλέξει το σωστό γράφημα, να έχει πλήρη κατανόηση του κειμένου που διαβάζει και παράλληλα να ανακαλέσει από τη μνήμη του τους ορθογραφικούς κανόνες. Οι μαθητές με δυσορθογραφία δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους γραμματικους κανόνες, να τοποθετήσουν κάθε λέξη σε κατηγορία – ανάλογα με το μέρος του λόγου που κατατάσσεται, το γένος, τον αριθμό, την πτώση κ.λ.π – και να εφαρμόσουν τον κανόνα. Έτσι ενώ ξέρουν τον κανόνα αδυνατούν να τον γενικεύσουν και να τον χρησιμοποιήσουν στο γραπτό τους ενώ αν ερωτηθούν για τον κανόνα που διέπει τη λέξη που έχουν γράψει λάθος, συχνά θα απαντήσουν σωστά. Και δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να γράψουν μια λέξη με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Επίσης τείνουν να απλοποιούν τη λέξη και να την αποδίδουν με τον πιο εύκολο και εύχρηστο φθόγγο, π.χ ωραίος – ορέος .Το μεγαλύτερο ποσοστό λαθών παρουσιάζεται στις καταλήξεις των ομόηχων άρθρων, ρημάτων, ουσιαστικών και επιθέτων. Η διδασκαλία των κανόνων συχνά δεν έχει θετικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στις κατηγορίες που έχουν πολλές εξαιρέσεις, ενώ η γραπτή επανάληψη της λέξης πολλές φορές αποδεικνύεται καταναγκασμός χωρίς αποτέλεσμα.
Και ενώ το φαινόμενο της δυσορθογραφίας παρουσιάζεται συχνά σε παιδιά με δυσλεξία, διάσπαση προσοχής και διαταραχές της οπτικής και ακουστικής αντίληψης, τις τελευταίες δεκαετίες και περισσότερο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα μεγάλο ποσοστό δυσορθογραφίας σε μια κατηγορία μαθητικού πληθυσμού που δεν έχει άλλες δυσκολίες. Χωρίς να γίνεται δεκτή η άποψη ότι η συγκεκριμένη δυσκολία οφείλεται σε συγκινησιακούς παράγοντες, είναι γεγονός ότι το εκπαιδευτικό σύστημα ευνοεί την ανάπτυξη της. Τα παιδιά έτσι και αλλιώς ζουν σε ένα περιβάλλον με πολλά και συχνά ταυτόχρονα ερεθίσματα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης , ενώ τα ενδοοικογενειακά προβλήματα συνεχώς αυξάνονται. Οι ρυθμοί ζωής χαρακτηρίζονται από την πίεση του χρόνου και το άγχος, οι απαιτήσεις για επιδόσεις στο σχολείο συνεχώς ανεβαίνουν, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι συναισθηματικές και βιολογικές ανάγκες των μαθητών, η έλλειψη υποδομής και ενός σταθερού και μακροχρόνιου εκπαιδευτικού συστήματος, οι πολυάριθμες σχολικές τάξεις, η έλλειψη υποστηρικτικής τεχνολογίας και η ελλιπείς γνώσεις έχουν σαν αποτέλεσμα πολλά παιδιά να παραμένουν αδιάγνωστα ή με λάθος «ετικέτα».Ο εκπαιδευτικός είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί πιστά τις νέες κάθε φορά οδηγίες για το σχολικό πρόγραμμα προσπαθώντας να ικανοποιήσει τόσο τα παιδιά όσο και τους γονείς. Η ελικοειδής μάθηση που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια έχει σαν αποτέλεσμα να μην υπάρχει μια συστηματικά και σωστά διαρθρωμένη διδασκαλία όπου τα παιδιά θα μπορούν να εμπεδώνουν τις γνώσεις με κατηγοριοποίηση και συνεχείς επαναλήψεις, αλλά ένα επιφανειακό πέρασμα σε μεγάλο αριθμό ενοτήτων, γεγονός που δημιουργεί μεγαλύτερη σύγχυση στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αλλά και στα υπόλοιπα.
Οι μαθητές με δυσορθογραφία έχουν ανάγκη μια κατηγοριοποίηση διαφορετική από την παραδοσιακή στην εκμάθηση της γραμματικής και της ορθογραφίας, εξατομικευμένο πρόγραμμα προσαρμοσμένο στις ανάγκες κάθε μαθητή, επανάληψη των κανόνων και των τεχνικών για εμπέδωση, δημιουργία ισχυρών συνειρμών και νοητών εικόνων αλλά και συγκεκριμένων πολυαισθητηριακών μνημονικών τεχνικών που θα οδηγήσουν στη αυτοματοποίηση και τη σωστή γραφή της λέξης.
Ο τελικός σκοπός δεν είναι να δώσει στο μαθητή την απάντηση σε μια ερώτηση, γιατί αυτό μπορεί να το προσφέρουν και τα σχολικά βοηθήματα αλλά να μάθει τον τρόπο να σκέφτεται και να ενεργεί ανάλογα σε κάθε περίπτωση και να επιλέγει ο ίδιος τη μέθοδο με την οποία πρέπει να εργαστεί, έχοντας ενεργό ρόλο στην μαθησιακή διαδικασία.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Από όλες τις μορφές επικοινωνίας η παραγωγή γραπτού λόγου είναι η πιο πολύπλοκη και χρονοβόρα. Το γράψιμο χρησιμοποιείται ως μέσο έκφρασης σκέψεων και συναισθημάτων αλλά και επικοινωνίας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και των μεταγνωστικών δεξιοτήτων. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δυστυχώς απευθύνεται κυρίως στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου η σχολική επίδοση είναι στενά συνδεδεμένη με το γραπτό λόγο, αφού οι μαθητές τον χρησιμοποιούν σε μεγάλο ποσοστό, είτε για να κρατήσουν σημειώσεις, είτε για να αξιολογηθούν μέσω των γραπτών διαγωνισμάτων . Αυτό όμως έχει ως συνέπεια να αδικούνται οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες αφού οι γραπτές τους επιδόσεις είναι κατώτερες της νοημοσύνης τους και των γνώσεων τους. Οι έρευνες δείχνουν ότι σε πάνω από τους μισούς μαθητές μιας τάξης παρουσιάζονται από μέτρια έως σοβαρά προβλήματα παραγωγής γραπτού λόγου, αφού δεν έχουν αναπτύξει τις απαραίτητες δεξιότητες χειρισμού του. Προβλήματα παραγωγής γραπτού λόγου εμφανίζονται τόσο σε παιδιά που δεν παρουσιάζουν καμιά άλλη δυσκολία, αλλά και σε παιδιά που έχουν διαταραχές λόγου, διάσπαση προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα, κακό οπτικοκινητικό συντονισμό, προβλήματα ακουστικής και οπτικής διάκρισης και μνήμης, προσανατολισμού στον χώρο και στον χρόνο, δυσλεξία και δυσαριθμησία. Για να κατανοηθούν καλύτερα οι συγκεκριμένες δυσκολίες θα πρέπει να γίνει μια συνοπτική αναφορά σε κάποια σταθερά στάδια που ακολουθεί ο μαθητής στην διαδικασία παραγωγής της γραπτής έκφρασης. Το πρώτο στάδιο είναι η φάση σχεδιασμού, το δεύτερο το στάδιο της πρώτης καταγραφής και το τελικό στάδιο ελέγχου και βελτίωσης του κειμένου. Στη φάση του σχεδιασμού το παιδί είναι σημαντικό να κατανοήσει το θέμα που του ζητείται, σε ποιου είδους αναγνώστες απευθύνεται – κυρίως στο επίπεδο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης – και να αποφασίσει το είδος της γραφής που θα χρησιμοποιήσει – αφήγηση, διήγηση, επιχειρηματολογία - και τους στόχους που θα βάλει. Στο στάδιο του καταιγισμού ιδεών, το παιδί θα πρέπει να ανακαλέσει από τη μνήμη του πληροφορίες σχετικά με το θέμα, να επιλέξει τις καταλληλότερες και να διαγράψει τις περιττές, γεγονός που προϋποθέτει κριτική σκέψη και αναλυτικοσυνθετική ικανότητα. Αν και στις μικρές τάξεις του δημοτικού, τα θέματα των εκθέσεων είναι περισσότερο βιωματικά, στις μεγαλύτερες τάξεις γίνονται ευρύτερα και παρατηρείται σημαντική δυσκολία στην εύρεση του κατάλληλου λεξιλογίου και υλικού, ιδιαίτερα σε παιδιά που στερούνται εξωσχολικών ερεθισμάτων. Ο μαθητής αφού συλλέξει πληροφορίες είτε από μνήμης, είτε από πηγές, πρέπει να τις οργανώσει με χρονολογική και νοηματική σειρά. Σε αυτή τη φάση όμως, επειδή το παιδί καταγράφει γρήγορα τις ιδέες του, δίνοντας έμφαση στο περιεχόμενο, αδυνατεί να προσέξει την εικόνα του γραπτού του, αφού δεν μπορεί να προσέχει ταυτόχρονα και το τι θα γράψει και το πώς. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα όταν γράφει ορθογραφημένα, να γράφει δυσανάγνωστα και αντίστροφα . Στο επόμενο στάδιο του αυτοέλεγχου το παιδί πρέπει να αξιολογήσει το γραπτό του, να προσπαθήσει να το διορθώσει και να το βελτιώσει όπου χρειάζεται, τόσο στο περιεχόμενο, στη δομή των προτάσεων αλλά και στην ορθογραφία και στην καλλιγραφία. Τα παιδιά με μαθησιακά προβλήματα παρουσιάζουν δυσκολίες, τόσο στην φάση σχεδιασμού, αφού λειτουργώντας παρορμητικά, ξεκινάνε κατευθείαν να γράφουν χωρίς κανένα σχεδιάγραμμα, αποδίδοντας συχνά τις ιδέες τους με τον ίδιο τρόπο που θα τις απέδιδαν στον προφορικό τους λόγο. Δυσκολεύονται πολύ στην αναγνώριση του είδους που τους ζητείται, στο περιεχόμενο, στη δόμηση και τη συνοχή του κειμένου, χρονολογικά, γραμματικά, συντακτικά και εννοιολογικά. Παρουσιάζουν έλλειψη ιδεών και γνώσεων για το θέμα που πρόκειται να γράψουν, φτωχό λεξιλόγιο, δεν ελέγχουν το γραπτό τους αν δεν τους ζητηθεί και όταν το κάνουν, ο έλεγχος είναι επιφανειακός. Έχουν έντονη εικόνα δυσορθογραφίας που μπορεί να συνυπάρχει και με δυσγραφία, για τις οποίες θα γίνει λόγος πιο αναλυτικά σε παρακάτω ενότητες. Από την άλλη πλευρά δεδομένου ότι η οικογένεια, το σχολείο και ο μαθητής βρίσκονται σε μια σχέση αλληλεπίδρασης, οι γονείς δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί το παιδί ενώ έχει φυσιολογική νοημοσύνη, δεν μπορεί να αποδώσει ικανοποιητικά στα γραπτά κείμενα.Η συναισθηματική φόρτιση από τις μαθησιακές δυσκολίες του παιδιού επιφορτίζουν την καθημερινότητα και επιδρούν αρνητικά στις οικογενειακές σχέσεις. Αλλά και το σχολείο μπορεί να γίνει χώρος επικριτικών σχόλιων, με αποτέλεσμα ο μαθητής να εισπράττει αυξημένο το αίσθημα της αποτυχίας, να ματαιώνεται, εγκαταλείποντας έτσι την προσπάθεια για μελέτη προς απογοήτευση των γονέων και των εκπαιδευτικών και υιοθετώντας ένα μόνιμο άγχος, κάθε φορά που υπάρχει ανάγκη γραφής κάποιου γραπτού, που θα το συνοδεύει και στην ενήλικη ζωή. Η αποκατάσταση των προβλημάτων παραγωγής γραπτού λόγου θα πρέπει να γίνεται αφού το παιδί έχει αποκτήσει λειτουργική ανάγνωση. Βασική προυπόθεση λοιπόν είναι να μπορεί το παιδί να συνδέει την φωνολογική με την γραφημική εικόνα της λέξης και την σημασία της. Σε περίπτωση που παρατηρούνται αντιστροφές, συγχύσεις, παραλείψεις ή προσθέσεις συλλαβών, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις δυσλεξίας θα πρέπει πρώτα να γίνεται αποκατάστασης της ανάγνωσης και της πρώτης γραφής και έπειτα να ακολουθεί η αποκατάσταση της δυσορθογραφίας, της δυσγραφίας και των γενικότερων προβλημάτων μορφολογίας και περιεχομένου του γραπτού κειμένου, πάντα με εξατομικευμένο πρόγραμμα και συνεχή επιβράβευση της προσπάθειας του παιδιού.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ANΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Στον αιώνα που ακολουθεί και κατά την περίοδο της Αναγέννησης (15ος – 17ος αιώνας), η έρευνα αρχίζει να αποστασιοποιείται από το χώρο της εκκλησίας και της μαγείας και αρχίζει να κατευθύνεται σε μια πιο επιστημονική και ορθολογιστική θεώρηση των πραγμάτων. Η στάση απέναντι στα άτομα με ιδιαιτερότητες είναι αντιφατική όπως και η ίδια η εποχή, αφού άλλα άτομα παραμένουν στο οικογενειακό τους περιβάλλον και άλλα απομονώνονται σε άσυλα ή απομακρύνονται από τις πόλεις τους ως κάτι μιαρό. Κάποιες φορές δε εκθέτουν την αναπηρία τους σε ένα είδος θεάματος για βιοποριστικούς λόγους. Οι θίασοι εξάλλου των ανθρώπων με δυσμορφίες που συνόδευαν τα τσίρκο, έπαψαν να υφίστανται λίγες δεκαετίες πριν τις μέρες μας, εξαιτίας των διαμαρτυρίων για τα δικαιώματα των αναπήρων αλλά και την διάδοση της τηλεόρασης.
Οι φιλόσοφοι της Αναγέννησης συνδέουν την ευφυία με την διαταραχή. Σπουδαίες προσωπικότητες στο χώρο των τεχνών και των γραμμάτων, τόσο σε αυτή την χρονική περίοδο αλλά και τους αιώνες που ακολουθούν υποστηρίζουν αυτή την άποψη.
Ο Μιchaelangelo ( Καπέλα Σιξτίνα, Πιετά κ.α.) έμεινε στην ιστορία τόσο για τις καλλιτεχνικές του δημιουργίες, όσο και για τον εκρηκτικό και κυκλοθυμικό χαρακτήρα του και τις υπερβολικές ώρες δουλειάς. Μεγάλοι μουσικοί όπως ο Ludwig von Beethoven (κωφός την τελευταία εικοσαετία της ζωής του ), ο Robert Schumann, o Peter Tchaicovsky, o Μentelson, είχαν ψυχικές διαταραχές που αποτυπώνονται στα μουσικά τους έργα, με τις έντονες διακυμάνσεις στον ρυθμό, το ύφος και την ένταση. Ζωγράφοι, της φήμης του Vincent van Gogh και του Paul Gauguin, καθώς και ποιητές και συγγραφείς, όπως η Βirginia Gouf, o Edgar Allan Poe, η Sylvia Plath, o Leo Tolstoy ( το 42% των ηρώων του είναι άτομα με αναπηρίες ), ο Hans Christian Andersen, o Νίτσε, ο Charles Dickens ( οι ήρωες του με προβλήματα καταλαμβάνουν το 87% ), ο Ernest Hemingway, o Mark Twain, o Lord Byron, αλλά και οι Έλληνες Γεώργιος Βιζυηνός, ο Κώστας Καρυωτάκης, ο γλύπτης Γιαννούλης Χαλεπάς ανήκαν στην παραπάνω κατηγορία έχοντας περάσει και κάποιοι από αυτούς, ένα μέρος της ζωής τους σε άσυλα ψυχικών παθήσεων.
Στην περίοδο της Αναγέννησης , υπάρχει και η προσωπικότητα του Leonardo Da Vinci, που ο Ronald Davis, στο « Χάρισμα της δυσλεξίας», τον συγκαταλέγει στους διάσημους δυσλεξικούς, μαζί με τον Αινστάιν, τον Τόμας Έντισον, τον Πικάσο, τον Walt Disney, την Αgatha Christie. Ήταν όλοι τους ανορθόγραφοι, με κακή σχολική επίδοση και αυτοεκτίμηση στην παιδική τους ηλικία, αφού συχνά είχαν χαρακτηριστεί ως καθυστερημένοι, υπερβολικά αργοί στην μάθηση, κοινωνικά απροσάρμοστοι, φυγόπονοι και τεμπέληδες. Κάποιοι μάλιστα είχαν διωχθεί από το σχολείο επειδή δεν μπορούσαν να κατακτήσουν τη γνώση με τα δεδομένα της εποχής. Εδώ βέβαια αναρωτιέται κανείς για τότε, όπως και για σήμερα αν είναι το άτομο με δυσκολίες το πρόβλημα ή το ίδιο το σύστημα που αδυνατεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του ατόμου? Στον τομέα της διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής και κυρίως του συνδρόμου Asperger, συγκαταλέγονται επιτυχημένοι άνθρωποι από το χώρο της πολιτικής, της οικονομίας και της διοίκησης μεγάλων πολυεθνικών εταιριών .Η Uta Frith στο βιβλίο της « Αυτισμός» παρουσιάζει και το αιτιολογεί επαρκώς , τον γνωστό ήρωα των αστυνομικών μυθιστορημάτων, Σέρλοκ Χολμς, ως άτομο με σύνδρομο Αsperger.
Ο αιώνας όμως που πέρασε, εκτός από τους διάσημους δημιουργούς με δυσκολίες άφησε και το στίγμα δύο παγκόσμιων πολέμων. Στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε ο Αδόλφος Χίτλερ, ο οποίος υποστηρίζοντας την θεωρία της φυλετικής υπεροχής των Αρείων, προχώρησε μετά την διάσκεψη του 1942 στο Βερολίνο, εκτός του αφανισμού των Εβραίων, στην ευθανασία 70.000 ατόμων με νοητική στέρηση, αναπηρία, επιληψία, κληρονομικά νοσήματα και χρόνιες παθήσεις, τα οποία τα διαχώριζε με μαύρο διακριτικό. Ο θεσμός των γηροκομείων, ψυχιατρείων και ιδρυμάτων έπαψε να υπάρχει, αφού τα έκλεισε οριστικά αποδεκατίζοντας τους θεραπευόμενους. Η ειρωνεία είναι ότι παρά τον αγώνα του για ευγονική, ο ίδιος άνηκε στα άτομα με ειδικές ανάγκες αφού έπασχε από Πάρκινσον, του οποίου η επιδείνωση και η χορήγηση ουσιών που έπαιρνε ως παυσίπονα, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις που πήρε στο τέλος του πολέμου, σύμφωνα με τελευταίες μελέτες. Από την αντίπαλη πλευρά , στο πολιτικό προσκήνιο ήταν ο Φραγκλίνος Ντελάνο Ρούσβελτ, που έπασχε από πολυμυελίτιδα, από την οποία προσβλήθηκε στην αρχή της πολιτικής του καριέρας και του άφησε μια μόνιμη παράλυση των κάτω άκρων. Στην ταινία « Η ψυχή ενός ηγέτη», αναφέρονται τα στάδια που πέρασε αυτός ο πολιτικός, την αναζήτηση για την μαγική θεραπεία που θα τον έκανε να περπατήσει ξανά, την αποδοχή αλλά και την προσποίηση στις πρώτες προεκλογικές επανεμφανίσεις, ότι περπατάει με στήριξη, αφού ο λαός της τότε εποχής, δεν θα εμπιστευόταν έναν υποψήφιο σε αναπηρικό αμαξίδιο. Τί θα συνέβαινε άραγε σε μια αντίστοιχη στην σημερινή εποχή περίπτωση ?
Τέλος από την πλευρά της Αγγλίας, ήταν ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, που κατά περιόδους υπέφερε από κατάθλιψη.
Μια σύγχρονη προσωπικότητα, παγκοσμίως γνωστή, που ευτυχώς προβάλλεται όπως πρέπει από τα ΜΜΕ, είναι ο Στήβεν Χόκινγκ, που πάσχει από μυατροφική σκλήρυνση – 1200 άτομα πάσχουν στην Ελλάδα από την ίδια ασθένεια- και με την βοήθεια της τεχνολογίας μπορεί να συνεχίζει την ζωή και την καριέρα του. Αξίζει να αναλογιστεί κανείς πόσο χαμένη θα πήγαινε μια τόσο υψηλή νοημοσύνη σε μια άλλη εποχή και ίσως και σε μια άλλη χώρα?
Και ενώ όλες αυτές οι προσωπικότητες κατάφεραν να ξεπεράσουν τα εμπόδια που τους έβαλε η ίδια η φύση και να διαπρέψουν ο καθένας στο χώρο του, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η λογοτεχνία των προηγουμένων δεκαετιών, κατάφεραν να διαμορφώσουν στερεότυπα και προκαταλήψεις που αλλοιώνουν την αληθινή εικόνα του ανθρώπου με ειδικές ανάγκες και βρίσκονται ακόμα και στις μέρες μας βαθιά ριζωμένες μέσα μας.
Στην ελληνική λογοτεχνία ενδεικτικά αναφέρεται ο «Ζητιάνος» που χρησιμοποιεί την αναπηρία του για βιοποριστικούς λόγους με πονηριά, εκμεταλλευόμενος συχνά το ανήλικο βοηθό του. Στην «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, περιγράφεται μια γυναίκα της οποίας οι συναισθηματικές μεταπτώσεις την οδηγούν στο φόνο ανήλικων κοριτσιών με σκοπό να τα γλιτώσει από το σκληρό μέλλον τους. Στον λαοφιλή «Καραγκιόζη» τα άτομα με αναπηρίες περιπαίζονται. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια στην ελληνική βιβλιογραφία εμφανίστηκαν πολλές ωραίες δημιουργίες που δίνουν αφενός μια ρεαλιστική εικόνα της διαταραχής και αφετέρου επειδή αρκετές από αυτές απευθύνονται σε παιδιά, διαμορφώνουν την μελλοντική τους στάση απέναντι στην αναπηρία, προβάλλοντας την ασθένεια ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής χωρίς προσπάθειες για ωραιοποιήσεις .( «Λεώνη», « Ένα σακί μαλλιά», «Ο Τριγωνοψαρούλης», « Ο μικρός Ντουλ»). Στον τομέα όμως των μέσων μαζικής ενημέρωσης οι άνθρωποι με δυσκολίες εξακολουθούν είτε να παρουσιάζονται ως περιορισμένων ικανοτήτων, ή ως επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο παρότι στην πραγματικότητα είναι περισσότερο θύματα παρά θύτες, ή όταν πετυχαίνουν στην ζωή τους να παρουσιάζονται ως υπερήρωες, ή συχνά να γίνονται αντικείμενο χλευασμού και εκμετάλλευσης από τα κανάλια, μέσα από την συμμετοχή τους σε διάφορες εκπομπές υψηλής τηλεθέασης και χαμηλού επιπέδου, αφού δεν υπάρχει ή δεν εφαρμόζεται κανένα πλαίσιο που να τους προστατεύει.
Από την άλλη πλευρά είναι θετικό ότι στις τελευταίες δεκαετίες με την επικράτηση περισσότερο των βιολογικών προσεγγίσεων για την αιτιολογία των διαταραχών απενοχοποιήθηκαν τόσο τα ίδια τα άτομα αλλά και οι οικογένειες τους, που για αρκετά χρόνια ο ρόλος τους θεωρήθηκε καταλυτικός στην αιτιολογία και την εκδήλωση του αυτισμού, των μαθησιακών δυσκολιών και πολλών άλλων προβλημάτων. Με την ανάπτυξη όμως της επιστήμης και της τεχνολογίας αλλά και της βιομηχανίας έγινε πιο έντονος ο διαχωρισμός ανάμεσα στο παραγωγικό και μη, στο υγιές και στο ασθενές. Η έντονη τάση των τελευταίων δεκαετιών για διάγνωση και ταξινόμηση οδήγησε σε μιας άλλης μορφής ρατσισμού, που αφορά και εμάς τους θεραπευτές , αφού μετατοπίστηκε η βαρύτητα από το « τί είναι ένα παιδί?», στο « τι έχει?», φτιάχνοντας τα δικά μας στερεότυπα, αφού συχνά στην προσπάθεια μας να αποκαταστήσουμε την διαταραχή, ξεχνάμε να δούμε την προσωπικότητα του ως σύνολο και την ύπαρξη του ως μέλος μιας οικογένειας, ενός μαθητικού συνόλου και μιας μελλοντικής κοινωνικής ομάδας και παράλληλα έχοντας διαμορφώσει μια δεδομένη μελλοντική πρόγνωση με βάση την διαταραχή του, διατρέχουμε τον κίνδυνο να δημιουργήσουμε ένα άλλο τύπο προκατάληψης του θεραπευτή προς τον θεραπευόμενο.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΟΤΑΝ Ο ΑΔΕΛΦΟΣ ΕΧΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ….

Η ύπαρξη ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια, δημιουργεί ποικίλα συναισθήματα και στα αδέλφια τους. Τα αδέλφια των ατόμων με διαταραχή βιώνουν αισθήματα αμφιθυμικά, σε μια σχέση που έτσι και αλλιώς είναι δύσκολη.
Νιώθουν ενοχές, επειδή τα ίδια είναι καλά, ενώ ο αδελφός τους δεν είναι. Και αν έχει υπάρξει και στο παρελθόν κάποιο μικροατύχημα ή κάποια επικριτική και άστοχη κατηγορία από κάποιο γονέα, για το ρόλο του αδελφού στην τωρινή κατάσταση του παιδιού με ειδικές ανάγκες, τότε οι ενοχές το συνοδεύουν για όλη του τη ζωή.
Αισθάνονται τύψεις, σαν να είναι τα ίδια υπεύθυνα που ο αδελφός τους μπορεί να είναι καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι, ενώ αυτά μπορούν να τρέξουν, να χορέψουν και να χαρούν τη ζωή. Σαν να μην έχουν το δικαίωμα να απολαύσουν την επιτυχία τους στο πανεπιστήμιο, το γάμο τους και την οικογενειακή ευτυχία.
Απ’ την άλλη πλευρά οι γονείς, εξιδανικεύουν το υγιές παιδί, αναθέτοντας του την εκπλήρωση όλων των ονείρων τους για το μέλλον. Το παιδί καλείται να εκπληρώσει τους υψηλούς συνήθως στόχους των γονιών του, αγνοώντας τους δικούς του, δρομολογώντας έτσι λάθος τη ζωή του. Οφείλει να είναι το καλό παιδί, ο τέλειος μαθητής, που δεν θα περάσει εκρηκτική εφηβεία. Στην περίπτωση που και το ίδιο παρουσιάσει κάποιες, ηπιότερες συνήθως δυσκολίες, αυτές παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα αδιάγνωστες, με αποτέλεσμα να μην μπει έγκαιρα στην διαδικασία μιας θεραπευτικής παρέμβασης, αφού η οικογένεια δεν αντέχει ένα ακόμη πρόβλημα.
Οι γονείς αφιερώνοντας το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους στο ασθενές παιδί, παραμελούν το άλλο. Έτσι αυτό αισθάνεται σαν να μεγαλώνει μόνο του, και παραμελημένο αρχίζει να διακατέχεται από θυμό και ζήλεια για τον αδελφό του, που μονοπωλεί την γονεϊκή αγάπη. Αλλά ταυτόχρονα νιώθει ενοχές, γιατί ποιος δικαιούται να είναι θυμωμένος με κάποιον που δεν ευθύνεται για την κατάσταση του και σε κοιτάει ανήμπορος από το αναπηρικό του αμαξίδιο; Και πώς να πει στους γονείς του ότι ντρέπεται, όταν κυκλοφορεί στο δρόμο με τον αδελφό του (ιδιαίτερα σε διαταραχές όπως ο αυτισμός, το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής με υπερκινητικότητα και οι ψυχικές διαταραχές, όπου ο έντονος παρορμητισμός, η πρόκληση ατυχημάτων λόγω αδεξιότητας και η απουσία συμμόρφωσης του παιδιού σε στοιχειώδεις κοινωνικούς κανόνες μπορεί να φέρει το συνοδό του παιδιού σε δύσκολη θέση ), όλοι τους κοιτάζουν παράξενα, και ότι δεν θέλει να τον παίρνει μαζί του στην παιδική χαρά, αφού όλοι οι φίλοι του θα τον βομβαρδίσουν με ερωτήσεις για το πρόβλημα του; Και πώς θα τους απαντήσει, αφού και ο ίδιος έχει ένα σωρό απορίες για την διαταραχή, τις αιτίες που το προκάλεσαν και την πρόγνωση για το μέλλον; Και ότι δεν θέλει να κάνει την μπέιμπι – σίτερ του αδελφού του, όταν όλοι του οι φίλοι παίζουν ανέμελα, χωρίς ευθύνες.
Παράλληλα ο αδελφός έχει τον φόβο μήπως νοσήσει και ο ίδιος, ή μήπως παρουσιάσουν και τα παιδιά του, το ίδιο πρόβλημα, γεγονός που μπορεί να τον κάνει επιφυλακτικό σε μια μελλοντική δέσμευση και στην απόφαση του για τεκνοποίηση. Και σε συνδυασμό με την ανησυχία που υποβόσκει πάντα, για το τι θα απογίνει το παιδί όταν οι γονείς του θα πεθάνουν ή δεν θα μπορούν πλέον να το φροντίζουν. Και αν ακόμα ο ίδιος αποφασίσει να αναλάβει το γονεικό ρόλο, η σύντροφός του θα συμφωνήσει σε ένα ενδεχόμενο αναγκαστικής συμβίωσης με ένα άτομο με ειδικές ανάγκες;
Όλα τα παραπάνω συναισθήματα, όταν το παιδί δεν τα συζητήσει με τους γονείς του ή με κάποιον ειδικό και τα εσωτερικεύσει, μπορεί να το οδηγήσει σε απομόνωση από τους συνομήλικους, αφού αισθάνεται ότι δεν μπορεί να το μοιραστεί με παιδιά που δεν έχουν τις ίδιες εμπειρίες με αυτό και να παρουσιάσει στο μέλλον και περισσότερο στην εφηβεία, διαταραχές συμπεριφοράς ( αφού μέσα από την επιθετικότητα, τις αυτοκαταστροφικές τάσεις, ή την χρήση ουσιών δεν κάνει τίποτα άλλο απ’ το να προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή των γονιών του ). Αυτά τα παιδιά συχνά έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και σχολική επίδοση, δυσχέρεια στις κοινωνικές και διαπροσωπικές τους σχέσεις και ψυχοσωματικές ενοχλήσεις ( αφού το σώμα όντας έξυπνο, προειδοποιεί για την συσσώρευση του χρόνιου στρες )
Οι γονείς μην έχοντας το χρόνο, τις ψυχικές αντοχές και τις γνώσεις για την διαχείριση αυτών των καταστάσεων, ταλαντεύονται σε μια παιδαγωγική που εναλλάσσεται από περιόδους αυστηρής πειθαρχίας με αυτές της υπερβολικής χαλαρότητας. Τι μπορούν να κάνουν όμως οι γονείς, σε σχέση με το υγιές παιδί;
Να μην υπερπροστατεύουν το υγιές παιδί ( το γεγονός ότι νοσεί ένα παιδί, δεν σημαίνει ότι θα νοσήσουν όλοι )
Να μην το εξιδανικεύουν και να του επιτρέπουν το δικαίωμα στην αποτυχία. Να βρίσκουν χρόνο, γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι, να συμμετέχουν ή να παρακολουθούν δραστηριότητες με το υγιές παιδί, δίνοντας του την προτεραιότητα που πρέπει στις σημαντικές στιγμές της ζωής του ( εξετάσεις, περιόδους ασθενειών, τελετές απονομής βραβείων), γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι για ένα γονιό να διαλέξει ανάμεσα σε δύο παιδιά, που μπορεί κάποιες στιγμές να τον χρειάζονται εξίσου.
Να μην απαιτούν να αναλάβει ευθύνες ,που είναι πάνω από την ηλικία και τις αντοχές του, όσο και αν αυτό τους ξεκουράζει από τις καθημερινές τους υποχρεώσεις ( σίτιση, αυτοεξυπηρέτηση, μετακίνηση του παιδιού με ειδικές ανάγκες) και να μην του στερούν το χρόνο που πρέπει να έχει για παιχνίδι και μελέτη. Είναι προτιμότερο να ζητήσουν τη βοήθεια από τη γιαγιά ή κάποια φίλη της οικογένειας.
Να μην πιέζουν το παιδί, όταν αυτό δεν θέλει, να παίρνει μαζί τον αδελφό του στις βόλτες με τους φίλους του και στα παιχνίδια. Όταν τα παιδιά παίζουν μαζί μέσα ή έξω από το σπίτι, θα πρέπει να ξέρουν, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, ότι έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις και τα ίδια δικαιώματα και ότι το ειδικό παιδί δεν έχει το ακαταλόγιστο. Δεν είναι λίγες οι στιγμές που τα αδέλφια των παιδιών με διαταραχή, επειδή έχουν μάθει να είναι ανεκτικά μπορεί να γίνουν και αποδέκτες κακοποιητικής συμπεριφοράς από τα αδέλφια τους και όχι μόνο.
Όταν είναι δυνατό να μη φοιτούν στο ίδιο σχολείο και μεγαλώνοντας, όταν υπάρχουν οικογενειακές επιχειρήσεις να μην δουλεύουν τα αδέλφια μαζί. Γιατί αυτό μπορεί να φαίνεται σαν ευλογία για τους γονείς, αλλά μακροπρόθεσμα βλάπτει και τα δύο παιδιά αφού το υγιές παιδί νιώθει να επιφορτίζεται με την συνεχή παρουσία και ευθύνη του αδελφού, δίπλα του και ταυτόχρονα αποτελεί ένα καθοριστικά αρνητικό παράγοντα για το παιδί με ειδικές ανάγκες, αφού έχοντας πάντα τον αδελφό του σε έναν προστατευτικό ρόλο, δεν θα καταφέρει ποτέ να κοινωνικοποιηθεί, να κάνει δικούς του φίλους, να πάρει πρωτοβουλίες και να αυτονομηθεί. Με αυτή τους την επιλογή, οι γονείς αναγκάζουν τα παιδιά σε μια ακούσια συμβιωτική σχέση, όπου το ένα παιδί λειτουργεί σαν ‘δεκανίκι’ για το άλλο, στερώντας του όμως από φόβο δικό τους το δικαίωμα να δοκιμάσει να πορευτεί μόνο του στη ζωή. Σε μια συμβιωτική σχέση που θα οδηγήσει αργότερα και στην πραγμάτωση μιας άλλης γονεϊκής επιθυμίας. Να ζήσουν μαζί τα αδέλφια, όταν αυτοί πεθάνουν. Κανένας αδερφός όμως δεν είναι υποχρεωμένος να αναλάβει αυτή την φροντίδα, εάν ο ίδιος δεν το επιθυμεί. Γι’ αυτό το λόγο γίνονται προσπάθειες τα τελευταία χρόνια, να αυξηθούν τα κέντρα ημερήσιας φροντίδας, αλλά και τα σπίτια προστατευόμενης διαβίωσης, που κατά την γνώμη μου , είναι η καλύτερη λύση, αφού επιτρέπει και στα δύο αδέλφια να έχουν την δική τους ζωή.
Τέλος, όσο τα αδέλφια είναι μικρά, να τα ενθαρρύνουν οι γονείς να μιλούν για τα συναισθήματα που έχουν για τον αδερφό τους, ακόμα και αν αυτά είναι αρνητικά. Ένας καλός τρόπος είναι να τους πουν, ότι και οι ίδιοι έχουν αμφιθυμικά αισθήματα απέναντι στο παιδί τους και ότι είναι φυσικό να νιώθουν θυμωμένα, κουρασμένα, ακόμα και αδικημένα σε σχέση με άλλα παιδιά που δεν αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Εδώ θα μπορούσε να βοηθήσει το παιδί, εκτός από τη συνομιλία με κάποιον ειδικό και η συμμετοχή του και σε κάποιους συλλόγους αδελφών με προβλήματα υγείας, ώστε να κατανοήσει ότι δεν είναι ο μόνος που έχει τέτοιο πρόβλημα στην οικογένεια του και να μοιραστεί τις σκέψεις και τις ανησυχίες του. Δυστυχώς, όμως, και ενώ υπάρχουν πάρα πολλοί σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων ατόμων με ειδικές ανάγκες, δεν υπάρχει αντίστοιχος σύλλογος αδελφών, εκτός από έναν που αφορά τα αδέλφια ατόμων που πάσχουν από ψυχική νόσο.
Τέλος, θα ήταν λάθος να μην γίνει αναφορά σε προσωπικές μαρτυρίες αδερφών, που μιλούν πέρα από τα αισθήματα πόνου και θλίψης, μπροστά στην διάγνωση της ασθένειας, της ζήλειας και του θυμού, για το συναίσθημα της απέραντης και απόλυτης αγάπης, για έναν αδελφό που μες τη διαφορετικότητα του, είναι μοναδικός και που το μόνο που φοβούνται μεγαλώνοντας πια, είναι μήπως τον χάσουν από τη ζωή τους. Δεν θα τον άλλαζαν με κανένα άλλο αδελφό και ομολογούν ότι η ύπαρξη του, τους έκανε να γίνουν πιο υπεύθυνοι, να αναπτύξουν αυξημένα επίπεδα ενσυναίσθησης απέναντι στους συνανθρώπους τους και να επιλέξουν συχνά στην ενήλικη ζωή τους επαγγέλματα αλτρουιστικά. Και η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι τόσο οι γονείς, όσο και τα αδέλφια των ανθρώπων με προβλήματα είναι καλύτεροι άνθρωποι. Είναι άραγε τυχαίο;

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
** Τι έχει αυτό το παιδί; **Συγγραφέας Ροnce Angels. Eκδόσεις Gema
** Mαμά, γιατί έχω σύνδρομο Down ; **Eκδόσεις Ακρίτας
** Άτομα με ειδικές ανάγκες και οι γονείς τους ** Εκδόσεις Γλάρος - Μπουσκάλια

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣ' ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 3

O Mεσαίωνας χαρακτηρίζεται ως η εποχή του βαθύτατου σκοταδισμού. Η πρόοδος που έχει γίνει στους προηγούμενους αιώνες στον τομέα της επιστημονικής αναζήτησης και έρευνας σταδιακά αποδυναμώνεται και παγώνει. Ένα μεγάλο μέρος επιστημονικών γνώσεων μένει ανεκμετάλλευτο και χάνεται. Το ελεύθερο πνεύμα υποτάσσεται και η ασθένεια θεωρείται αμαρτία. Η καθολική εκκλησία τιμωρεί οτιδήποτε διαφορετικό στις ιδέες και την όψη και η ίαση περνά στην δικαιοδοσία της ίδιας και των μοναστικών ταγμάτων.
Οι τσαρλατάνοι και οι εξορκιστές ανθίζουν, αφού υπόσχονται θεραπεία, από την πιο απλή ασθένεια μέχρι και τις θανατηφόρες πανδημίες, όπως η πανούκλα, που έπληξαν τον τότε κόσμο. Τον ρόλο της φαρμακολογίας παίρνουν ο μανδραγόρας και άλλα θαυματουργά βότανα.
Στα πυρά της Ιεράς Εξέτασης μαζί με πλήθος προοδευτικών και καλλιεργημένων ανθρώπων πέφτουν και άνθρωποι με ειδικές ανάγκες. Το κυνήγι μαγισσών συμπεριέλαβε και ανθρώπους με επιληψία, αναπτυξιακά σύνδρομα, σχιζοφρένεια, υστερία και νοητική στέρηση, που αν μη τι άλλο δεν μπορούσαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Το παραλήρημα, οι κρίσεις, οι σπασμοί, οι άναρθρες κραυγές, οι στερεοτυπικές κινήσεις που υπάρχουν σε διάφορες διαταραχές θεωρήθηκαν συμπτώματα δαιμονισμού, που η καθολική εκκλησία έπρεπε να θεραπεύσει. Οι εξορκιστές καλούνταν να τους επαναφέρουν στην πραγματικότητα με κάθε μέσο. Χρησιμοποιούσαν την φυλάκιση, τους αλυσόδεναν, τους χτυπούσαν και τους στιγμάτιζαν με πυρωμένο σίδερο. Μήπως αυτός ο στιγματισμός ήταν πρόδρομος του σημερινού, που υφίστανται τα άτομα με ειδικές ανάγκες; Και αν τελικά δεν κατάφερναν να τους καταστείλουν, υπήρχε πάντα ο αποτελεσματικότερος τρόπος, η καύση στην πυρά. Οι θεραπευτικές αυτές μέθοδοι περιελάμβαναν και τους σεληνιασμένους, που υπό την επίδραση της πανσέληνου, οι άνθρωποι της εποχής πίστευαν ότι άλλαζαν συμπεριφορά και όψη.
Στους «ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΚΑΡΑΜΑΖΩΦ» περιγράφεται ο εξορκισμός μιας γυναίκας με υστερία, που γίνεται προς στιγμή καλά, με αυθυποβολή. Πολλές συζητήσεις έχουν γίνει και για το πρόσωπο της Ζαν Νταρκ, που οι φωνές και τα οράματα που έβλεπε και της ζητούσαν να υπερασπίσει την πατρίδα της, την οδήγησαν το 1431, στην πυρά, στα δεκαεννιά της χρόνια. Ο κλασικός Κουασιμόδος, ήρωας των παιδιών, στην «ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ» αντανακλά το κλίμα της Γαλλίας του 15ου αιώνα για τα άτομα με αναπηρίες. Ο Βίκτωρ Ουγκώ, έχοντας αδελφό και πατέρα με ψυχική διαταραχή, πάσχων και ο ίδιος, δεν θα μπορούσε να μην δείξει την ευαισθησία του στα έργα του. Ο Κουασιμόδος, παραμορφωμένος και ανάπηρος, εγκαταλείπεται από την μητέρα του στα σκαλιά της εκκλησίας. Παρότι ο ίδιος άδολος και καλόκαρδος γίνεται αποδέκτης πολλών περιπαικτικών σχολίων και δολοπλοκιών με θύμα τον ίδιο.
Στον αιώνα που ακολουθεί ο Σαίξπηρ (1564- 1614) στα έργα του, αναφέρεται συχνά σε ήρωες υπερβολικά μελαγχολικούς και καταθλιπτικούς, όπως ο Άμλετ.
Στο «Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ Ο Γ», που γράφτηκε το 1592, παρουσιάζει τον ήρωα, ως κακό, πανούργο και δολοφόνο, λόγω των αναπηριών που έχει.
Οι πρώτες μαρτυρίες για ανθρώπους με αυτισμό, γίνονται σε μια συλλογή μύθων του 13ου αιώνα «ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ» όπου παρουσιάζεται η προσωπικότητα του μοναχού Juniper, που αντιλαμβάνεται πάντα κυριολεκτικά τα λεχθέντα των άλλων και παρουσιάζει σοβαρές κοινωνικές μειονεξίες. Αλλά και στην Ρωσία του 15ου αιώνα γίνεται λόγος για τους «Ευλογημένους τρελούς». Είναι άνθρωποι που ζουν μακριά από το κοινωνικό πλαίσιο, με αυξημένη ανθεκτικότητα στο ψύχος, αδιαφορώντας για τους κανόνες, αναγκασμένοι σε περιορισμό, με επιληπτικές συχνά κρίσεις, χωρίς λόγο και με την παρουσία στερεοτυπιών, χαρακτηριστικά που παραπέμπουν σε διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή.
Επιστρέφοντας στο μεσαίωνα θα έλεγε κανείς ότι τόσους αιώνες μετά η στάση απέναντι στην ασθένεια και την θεραπεία της θα ήταν διαφορετική, και σίγουρα είναι. Αλλά δυστυχώς ακόμα και στις μέρες μας υπάρχουν οι τσαρλατάνοι, οι εξορκιστές, τα μέντιουμ, οι χαρτορίχτρες, οι οραματιστές, τα φυλαχτά για το κακό μάτι, ακόμα και θεραπευτές και γιατροί που υπόσχονται με νέες πρωτοποριακές μεθόδους άμεση αποκατάσταση της αναπηρίας και θεαματική βελτίωση ακόμα και στις πιο δύσκολες περιπτώσεις. Εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη του ανθρώπου με κάποια διαταραχή, αλλά και της οικογένειας του, τους λένε όχι την αλήθεια αλλά αυτό που θα ήθελαν να ακούσουν, παίρνοντας πάντα άμεσα ή έμμεσα μεγάλα ποσά για την παροχή της ελπίδας και της ψευδαίσθησης. Οι περισσότερες οικογένειες ατόμων με ειδικές ανάγκες έχουν στο ιστορικό τους κάποιον που τους εξαπάτησε, υποσχόμενος πολλά. Και ο μόνος τρόπος τελικά για να προστατευτούμε, από τους σημερινούς εξορκιστές, απουσίας κάποιου άλλου πλαισίου, είναι η γνώση και η ενημέρωση γενικότερα. Ίσως έτσι καταφέρουμε να εξαλείψουμε τον μεσαίωνα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣ' ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 2

Στα χρόνια που ακολούθησαν στο ιστορικό προσκήνιο εμφανίζεται ο Φίλιππος Β,΄ που παρά τα προβλήματα όρασης, που κάποιες πηγές αναφέρουν ότι είχε, κατάφερε να μεταβάλλει την Μακεδονία σε ισχυρό κράτος. Στα ρωμαϊκά χρόνια και στο Βυζάντιο γίνονται αναφορές στα ‘ άντρα’ - σπηλιές ή ερημικές τοποθεσίες σε δάση- που οι γονείς εναπόθεταν τα ανάπηρα αλλά και άλλα ανεπιθύμητα βρέφη, όταν οι ίδιοι δεν μπορούσαν να τα συντηρήσουν. Αφήνοντας τα έτσι στην τύχη του Θεού και αποφεύγοντας το βάρος της παιδοκτονίας.
Στα βυζαντινά χρόνια όμως είναι σαφείς οι επιρροές από την ελληνιστική σκέψη και την χριστιανική διδασκαλία. Ο Χριστός μιλάει με αγάπη για τους ανθρώπους με προβλήματα υγείας και στα θαύματα του, τους θεραπεύει. Στην παραβολή του τυφλού περιγράφεται η Βηθεσδά, η κολυμπήθρα του ελέους, όπου πλήθος τυφλών και ανάπηρων υπήρχαν γύρω της, περιμένοντας στωικά την στιγμή που ο άγγελος θα κατέβαινε για την θεραπεία τους. Στην παραβολή του παράλυτου, οι φίλοι του δεν διστάζουν να γκρεμίσουν την στέγη του σπιτιού που δίδασκε ο Χριστός, για να τον φέρουν κοντά Του. Εξάλλου όλοι οι άγιοι και οι πατέρες της εκκλησίας μιλούν για την ‘ευλογία’ της ασθένειας και της αναπηρίας, ως μέσο βελτίωσης του εαυτού μας.
Με αφορμή την επίδραση από τα παραπάνω και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το βυζαντινό ήταν ένα οικονομικά εύρωστο κράτος, οι βυζαντινοί προχώρησαν στην δημιουργία πολλών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, για την περίθαλψη και την φροντίδα ανθρώπων που δεν μπορούσαν να εργαστούν και να συντηρηθούν. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά και σε περιοχές που ήταν κοντά σε μοναστήρια, ιδρύονται ξενώνες .Ο Μέγας Βασίλειος, επίσκοπος Καισαρείας, δημιουργεί την περίφημη ‘Βασιλειάδα’ και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ξενώνες στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ιωάννης Κομνηνός ιδρύει ένα πρότυπο για την εποχή νοσηλευτικό κέντρο, την μονή Παντοκράτορος.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΜΕΣ' ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ 1

Η στάση της κοινωνίας απέναντι στα άτομα με ιδιαιτερότητες διαφοροποιείται ανάλογα με την χώρα, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και το πολιτιστικό υπόβαθρο. Έτσι σε κάποιες χώρες, όπως η Κίνα και η ανατολική Αφρική, οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες θεωρούνται σοφοί και προστάτες από τα κακά πνεύματα και στις σκανδιναβικές θεοποιούνται .Στην αρχαία Αίγυπτο οι νάνοι ήταν μορφές λατρείας, ενώ απαγορευόταν αυστηρά η βρεφοκτονία των ανάπηρων βρεφών. Σε άλλες όμως τους έβλεπαν ως φορείς αμαρτιών και ακάθαρτων πνευμάτων, τους απομάκρυναν ή τους εγκατέλειπαν μετά την γέννησή τους.
Στην αρχαία Ελλάδα, εικάζονταν ότι οι Σπαρτιάτες έριχναν τα ανάπηρα παιδιά στον Καιάδα, ένα απότομο βάραθρο όπου δεν γλίτωνε κανείς. Οι έρευνες των τελευταίων δεκαετιών απέδειξαν ότι ήταν μύθος, αφού χρησιμοποιούνταν κυρίως για τους αιχμάλωτους πολέμου και τους προδότες. Εξάλλου ο Αγησίλαος, ο διάσημος βασιλιάς της Σπάρτης ήταν χωλός.
Στην Αθήνα του Περικλή τα άτομα με αναπηρίες δικαιούνταν ένα κατώτατο μισθό, όχι ως φιλανθρωπία, αλλά σαν υποχρέωση του κράτους πρόνοιας .Ο ίδιος ο Περικλής βέβαια απεικονίζονταν πάντα με περικεφαλαία, λόγω μιας δυσμορφίας που είχε στο κεφάλι. Οι αρχαίοι Έλληνες έδιναν μεγάλη σημασία στην υγεία και διάπλαση του σώματος αλλά και στην καλλιέργεια του πνεύματος και την δύναμη του λόγου. Γι’ αυτό και προσωπικότητες όπως ο Όμηρος δοξάστηκαν, αφού παρά την τυφλότητα του, υπήρξε ιδιοφυής. Ο Δημοσθένης που περιγράφεται ως άσχημος, καχεκτικός και τραυλός και ανεπιθύμητος στις παλαίστρες καταφέρνει να γίνει από τους γνωστότερους ρήτορες.
Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος, ο Ηρόδοτος μέσα από τα έργα τους φανερώνουν τις κοινωνικές αντιλήψεις τους. Ο Ιπποκράτης μιλάει επιστημονικά για πρώτη φορά για τους ανθρώπους με επιληψία, που θεωρούνταν δαιμονισμένοι μέχρι τότε .Και μπορεί οι βασιλείς και οι ήρωες να πρέπει να είναι υγιείς και αρτιμελείς, αλλά η μυθολογία έχει θεοποιήσει την αναπηρία, μέσω του βασιλιά Ήφαιστου που είναι παντρεμένος με την ομορφότερη, την θεά Αφροδίτη.
Στα έργα των μεγάλων τραγικών, η αναπηρία και συνηθέστερα η τύφλωση χρησιμοποιείται ως μέσο τιμωρίας για άνομες πράξεις. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Οιδίποδα, που αυτοτιμωρείται βγάζοντας τα μάτια του, όταν μαθαίνει το κακό που έκανε. Οι μάντεις ήταν τις περισσότερες φορές τυφλοί και διέθεταν προφητικές ικανότητες. Πολλές μορφές της μυθολογίας χαρακτηρίζονται από δυσπλασία, όπως οι Κένταυροι, ο μονόφθαλμος γίγαντας Κύκλωπας Πολύφημος, ο Κέρβερος με τα τρία κεφάλια, η Γοργόνα, η Μέδουσα, η Σκύλλα, η Χάρυβδη και τέλος η Σφίγγα. Η αρχαία ελληνική σκέψη χαρακτηρίζεται από ανεκτικότητα απέναντι στους ανθρώπους με ιδιαιτερότητες αλλά και από έντονα μυθολογικά στοιχεία.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Στις προηγούμενες θεματικές ενότητες έγινε λόγος για τα στάδια που περνούν οι γονείς μετά την διάγνωση ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες και τους διαφορετικούς χειρισμούς που γίνονται σε κάθε τύπο οικογένειας. Τι επιπτώσεις έχει όμως, το παιδί στη ζωή του ζευγαριού; Έχει περισσότερες ή λιγότερες πιθανότητες (όπως υποστηρίζουν κάποιοι ερευνητές), επιβίωσης ο γάμος όταν υπάρχουν ένα ή περισσότερα παιδιά με δυσκολίες στην οικογένεια; Τα προβλήματα μεταξύ των γονέων είναι συχνά. Το πιο σύνηθες είναι η επίρριψη ευθυνών από τον ένα στον άλλο, ιδιαίτερα όταν υπάρχει θέμα κληρονομικότητας της ίδιας ή παρόμοιας διαταραχής, από την πλευρά κάποιου γονιού, ή αν η διαταραχή είναι αποτέλεσμα κάποιου λανθασμένου χειρισμού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης ή ενός ατυχήματος που συνέβη στην βρεφική / παιδική ηλικία.
Οι γονείς όμως δεν πρέπει να ξεχνούν ότι κανείς δεν επιλέγει και δεν είναι υπεύθυνος για την κληρονομικότητα του και ότι και αυτοί είναι άνθρωποι που έχουν δικαίωμα να κάνουν λάθη.
Το ζευγάρι επιφορτισμένο με την καθημερινή φροντίδα του παιδιού ,παραμελεί τόσο την φροντίδα του εαυτού του, όσο και της σχέσης του, ξεχνώντας όλους τους υπόλοιπους ρόλους του. Αν και τα τελευταία χρόνια ο ρόλος του πατέρα έχει διαφοροποιηθεί, με αποτέλεσμα να συμμετέχει ισότιμα και ενεργά στις οικογενειακές υποχρεώσεις, η μητέρα συχνά αισθάνεται ότι σηκώνει το μεγαλύτερο φορτίο. Πολλές φορές νιώθει μόνη στον αγώνα που δίνει, με τον πατέρα απόντα. Μπορεί όμως ο ένας από τους δύο γονείς να μην συμμετέχει, όχι επειδή δεν νοιάζεται, αλλά είτε επειδή ο ίδιος δεν το αντέχει, είτε θεωρώντας ότι δεν έχει τις γνώσεις και τις δεξιότητες να ασχοληθεί σωστά με το παιδί του, είτε επειδή και ο άλλος γονιός δεν του αφήνει «χώρο» στην φροντίδα του, αφού αναλαμβάνει μόνος του τα πάντα. Το ζευγάρι συχνά λόγω έλλειψης χρόνου, αλλά και φοβούμενο συναισθήματα οίκτου από τον περίγυρο, χάνει την επαφή με τους φίλους του και μειώνει δραματικά τις εξόδους για ψυχαγωγία, περιορίζοντας όμως έτσι τις διεξόδους εκτόνωσης, που του είναι απαραίτητες, αφού και οι ίδιοι δεν είναι ανεξάντλητη πηγή ενέργειας και συναισθηματικής δύναμης. Γι’ αυτό πρέπει μέσα στην νέα τους πραγματικότητα και για να μην καταρρεύσουν μελλοντικά, όταν αισθανθούν ότι ο γάμος τους κλυδωνίζεται, να μην διστάσουν να ζητήσουν την βοήθεια κάποιου ειδικού, να βρουν χρόνο για την σχέση τους και να αφιερώσουν χρόνο και για την ψυχαγωγία τους με ή χωρίς το παιδί. Να αφήσουν ανοικτή την επικοινωνία με άλλα άτομα, γιατί πάντα υπάρχει κάποιος φίλος που θα τους ακούσει, ακόμα και αν δεν έχει παρόμοια βιωματική εμπειρία. Να μιλούν για τα συναισθήματά τους και τις ανησυχίες στον σύντροφό τους και θα διαπιστώσουν ότι είναι κοινοί, να προσπαθήσουν να μοιράζονται τις υποχρεώσεις για την μέριμνα του παιδιού, εξηγώντας ο ένας στον άλλο την αναγκαιότητα της ενεργούς συμμετοχής και των δύο γονιών.
Συνήθως οι οικογένειες που βιώνουν τέτοιες δοκιμασίες, αναπτύσσουν ισχυρότερους δεσμούς ανάμεσα στα μέλη της, αποκτούν μεγαλύτερη αυτογνωσία και ωριμότητα, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε οικογενειακό επίπεδο και αντέχουν τις δυσκολίες και τις ματαιώσεις της ζωής, πολύ περισσότερο από άλλες οικογένειες και τελικά χωρίζουν σπανιότερα από άλλα ζευγάρια.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΤΥΠΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ 2

Κάποιες οικογένειες αντιλαμβάνονται το ερχομό του παιδιού με ειδικές ανάγκες, ως μια δοκιμασία από το θεό. Είναι μια στάση πολύ θετική, αρκεί να μην εναποθέτουν την λύση του προβλήματος, στο θεό, υιοθετώντας έτσι μια παθητική στάση, μακριά από σύγχρονές θεραπευτικές μεθόδους.
Άλλοι, πιστεύουν ότι είναι θέλημα της μοίρας και πως ότι και αν κάνουν η εξέλιξη του παιδιού, εξαρτάται από δυνάμεις που δεν υπόκεινται στον έλεγχο των γονέων. Και άλλοι, θεωρούν ότι είναι ένα ακόμα αρνητικό γεγονός στη ζωή τους, αισθάνονται ότι δεν αντέχουν την ήδη επιφορτισμένη οικογενειακή τους κατάσταση και περιμένουν συνήθως από τρίτους να τους βοηθήσουν. Είναι συνήθως τα άτομα που λειτουργώντας εγωκεντρικά, δεν μπορούν να δουν, αφού δεν κοιτάζουν γύρω τους, ότι η ασθένεια, η αναπηρία, ο πόνος, γεννιούνται μαζί με τον άνθρωπο και ότι δεν υπάρχει οικογένεια που να μην δίνει, τον αγώνα της για κάποιο θέμα υγείας. Η πλειοψηφία όμως των οικογενειών, δεν ανήκει σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Η πλειονότητα των γονέων αποδέχονται την διαφορετικότητα του παιδιού τους. Αντιμετωπίζουν τη νέα οικογενειακή κατάσταση σαν μια πρόκληση, από την οποία πρέπει να βγουν νικητές. Καταφέρνουν να δουν και στα αρνητικά, την θετική πλευρά των πραγμάτων. Διαχωρίζουν την διαταραχή, από την υπόλοιπη προσωπικότητα του παιδιού, απολαμβάνοντας έτσι το υγιές του κομμάτι .Αναζητούν πληροφορίες για το πρόβλημα του παιδιού, εκπαιδεύονται ,αφού πρώτα βρουν τον κατάλληλο θεραπευτή, που θα τον αναγνωρίσουν όχι μόνο από τις γνώσεις, την επαγγελματική του εμπειρία αλλά και από την καλή του προαίρεση, να τους εξηγήσει και να τους καθοδηγήσει, σχετικά με την διαταραχή του παιδιού τους. Συνεργαζόμενοι με διάφορούς φορείς, θα ενδυναμώσουν την φωνή τους και μαζί με άλλους γονείς, θα διεκδικήσουν τα δικαιώματα των παιδιών τους.
Γιατί κανείς γονέας δεν μπορεί να επιλέξει αν το παιδί του θα γεννηθεί υγιές ή μη αλλά η στάση που θα κρατήσει απέναντι στην ασθένεια, είναι καθαρά δική του επιλογή.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΤΥΠΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ

Η διάγνωση ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες προκαλεί ανάμικτα και ποικίλα συναισθήματα. Τα στάδια που περνά κάθε οικογένεια ,δεν έχουν απαραίτητα διακριτά όρια. Οι γονείς δεν περνούν πάντα διαδοχικά από το ένα στάδιο στο άλλο, αλλά μπορεί να έχουν ανάμικτες συναισθηματικές αντιδράσεις. Οι συναισθηματικές μεταβάσεις της οικογένειας, εξάλλου βρίσκονται σε μια ρευστή διαδικασία. Ανάλογα με τα στάδια ανάπτυξης του παιδιού, τις περιόδους κρίσεων και στασιμότητας όπου τόσο η οικογένεια ,όσο και ο θεραπευτής μπορεί να βιώσουν την ματαίωση, τις πιθανές περιόδους αποχωρισμού, αν το παιδί χρειαστεί να νοσηλευτεί ,όταν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα σωματικής υγείας, την είσοδο του στο σχολείο, την ανησυχία για την επαγγελματική του αποκατάσταση, για τις σχέσεις του για το άλλο φύλο και την πιθανότητα δημιουργίας δικής του οικογένειας, την αγωνία τους για το μέλλον του όταν οι ίδιοι λείψουν απ’ τη ζωή αλλά και τον φόβο της απώλειας στις σοβαρές περιπτώσεις για τον επικείμενο θάνατο του.
Η γέννηση ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες μπορεί να φέρει σε μια οικογένεια επιπρόσθετες δυσκολίες, όπως νέες οικονομικές απαιτήσεις, αλλαγή στην επαγγελματική ζωή των συζύγων – ίσως ο ένας από τους δύο γονείς να χρειαστεί να διακόψει την εργασία του για να φροντίζει το παιδί στο σπίτι – την διστακτικότητα του ζευγαριού στην προοπτική απόκτησης ενός άλλου παιδιού, αφού υπάρχει ο φόβος μήπως συμβεί πάλι το ίδιο. Αισθήματα κόπωσης από τις αυξημένες υποχρεώσεις και ενδοοικογενειακή ένταση, είναι συνηθισμένα. Οι μητέρες φαίνεται να επιβαρύνονται περισσότερο αφού αυτές σηκώνουν το μεγαλύτερο φορτίο, εκδηλώνοντας στην πορεία συμπτώματα αγχώδους διαταραχής και κατάθλιψης.
Ο τρόπος που οι γονείς ερμηνεύουν και αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του παιδιού, διαφοροποιείται από την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και την στάση που είχαν οι γονείς πριν από την διάγνωση απέναντι στις ασθένειες και την «διαφορετικότητα» και την σειρά γέννησης ανάμεσα στα αδέρφια, την κοινωνική θέση της οικογένειας, την σχέση του ζευγαριού και την ύπαρξη ή μη υποστηρικτικού συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος.
Κάποιες οικογένειες αντιλαμβάνονται το ερχομό του παιδιού με ειδικές ανάγκες, ως μια δοκιμασία από το θεό. Είναι μια στάση πολύ θετική, αρκεί να μην εναποθέτουν την λύση του προβλήματος, στο θεό, υιοθετώντας έτσι μια παθητική στάση, μακριά από σύγχρονές θεραπευτικές μεθόδους.
Άλλοι, πιστεύουν ότι είναι θέλημα της μοίρας και πως ότι και αν κάνουν η εξέλιξη του παιδιού, εξαρτάται από δυνάμεις που δεν υπόκεινται στον έλεγχο των γονέων. Και άλλοι, θεωρούν ότι είναι ένα ακόμα αρνητικό γεγονός στη ζωή τους, αισθάνονται ότι δεν αντέχουν την ήδη επιφορτισμένη οικογενειακή τους κατάσταση και περιμένουν συνήθως από τρίτους να τους βοηθήσουν. Είναι συνήθως τα άτομα που λειτουργώντας εγωκεντρικά, δεν μπορούν να δουν, αφού δεν κοιτάζουν γύρω τους, ότι η ασθένεια, η αναπηρία, ο πόνος, γεννιούνται μαζί με τον άνθρωπο και ότι δεν υπάρχει οικογένεια που να μην δίνει, τον αγώνα της για κάποιο θέμα υγείας. Η πλειοψηφία όμως των οικογενειών, δεν ανήκει σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Η πλειονότητα των γονέων αποδέχονται την διαφορετικότητα του παιδιού τους. Αντιμετωπίζουν τη νέα οικογενειακή κατάσταση σαν μια πρόκληση, από την οποία πρέπει να βγουν νικητές. Καταφέρνουν να δουν και στα αρνητικά, την θετική πλευρά των πραγμάτων. Διαχωρίζουν την διαταραχή, από την υπόλοιπη προσωπικότητα του παιδιού, απολαμβάνοντας έτσι το υγιές του κομμάτι .Αναζητούν πληροφορίες για το πρόβλημα του παιδιού, εκπαιδεύονται ,αφού πρώτα βρουν τον κατάλληλο θεραπευτή, που θα τον αναγνωρίσουν όχι μόνο από τις γνώσεις, την επαγγελματική του εμπειρία αλλά και από την καλή του προαίρεση, να τους εξηγήσει και να τους καθοδηγήσει, σχετικά με την διαταραχή του παιδιού τους. Συνεργαζόμενοι με διάφορούς φορείς, θα ενδυναμώσουν την φωνή τους και μαζί με άλλους γονείς, θα διεκδικήσουν τα δικαιώματα των παιδιών τους.
Γιατί κανείς γονέας δεν μπορεί να επιλέξει αν το παιδί του θα γεννηθεί υγιές ή μη αλλά η στάση που θα κρατήσει απέναντι στην ασθένεια, είναι καθαρά δική του επιλογή.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΝΘΟΥΣ

Για τις περισσότερες οικογένειες ο ερχομός ενός μωρού, συνοδεύεται από αισθήματα προσμονής και χαράς. Για κάποιες όμως, η γέννηση αυτή δεν φέρνει χαρά. Ο λόγος γίνεται για την περίπτωση που γεννιέται ή στην πορεία της ζωής του, διαγιγνώσκεται ένα παιδί με ειδικές ανάγκες ( και όχι ειδικές ικανότητες ), με προβλήματα δηλαδή υγείας τέτοια που δεν οδηγούν στον θάνατο του παιδιού αλλά λόγω των δυσκολιών, ανατρέπουν την μέχρι τότε, ζωή της οικογένειας. Το παιδί με ειδικές ανάγκες, έρχεται ξαφνικά, χωρίς κανείς να είναι προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο. Οι γονείς μετά το πρώτο ισχυρό σοκ, βρίσκονται με ένα παιδί ‘‘ξένο’’, προς το προσδοκομενο.
Φεύγοντας από το νοσοκομείο, εάν κάποιος ειδικός δεν τους ενημερώσει, ουσιαστικά, βρίσκονται σε μια κατάσταση σύγχυσης για την διαταραχή του παιδιού τους. Περνώντας στο στάδιο του ‘‘ συμβολικού πένθους ΄΄ , θα πρέπει να θρηνήσουν για το όμορφο και έξυπνο παιδί που φαντάζονταν και τα ανεκπλήρωτα όνειρα για το μέλλον του.
Απέναντι σε μια επώδυνη πραγματικότητα, μπορεί να αρνηθούν την αξιοπιστία του γιατρού και της διάγνωσης. Σ’αυτό το στάδιο, κάποιοι ‘‘ειδικοί’’, θα προσπαθήσουν να τους δώσουν, σε αντιδιαστολή με τους κλασικούς θεραπευτές, την ψευδαίσθηση της ‘‘ θαυματουργής’’ θεραπείας. Μετά την άρνηση ,ακολουθεί ο θυμός ,η επιθετικότητα απέναντι στο γιατρό, στο θεό, την επιστήμη για την αδυναμία πρόληψης και θεραπείας της ασθένειας, οι ενοχές, το αίσθημα ευθύνης που αισθάνονται να τους βαραίνει και κυρίως την μητέρα, αφού αυτή κυοφορεί. Ιδιαίτερα όταν υπάρχει θέμα κληρονομικότητας από την πλευρά του γονέα, τότε ο γάμος μπορεί να μπει σε δοκιμασία. Έπειτα ακολουθεί η θλίψη, η απόγνωση, η ανησυχία για το μέλλον. Οι γονείς αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε ένα ωκεανό, μόνοι τους, χωρίς στήριξη, ακούγοντας συχνά ,συγκρουόμενες απόψεις, από τους επιστήμονες, γεγονός που τους προκαλεί μεγαλύτερη σύγχυση.
Κατορθώνοντας να περάσουν τα προηγούμενα στάδια ,στην πορεία θα αρχίσουν να αναδιοργανώνονται,να προσαρμόζονται στην νέα πραγματικότητα και να αποδέχονται με την πάροδο του χρόνου, το παιδί σε μια πιο ρεαλιστική βάση. Ώστε να περάσουν στο επόμενο στάδιο της επιλογής των μελλοντικών χειρισμών και των κατάλληλων θεραπευτικών προσεγγίσεων, που πρέπει να γίνει σύντομα, στα πλαίσια μιας πρώιμης παρέμβασης.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

Εβδομάδα των παθών

Αυτή η εβδομάδα για του περισσότερους μαθητές χαρακτηρίζεται ως η εβδομάδα των «παθών». Όχι βέβαια γιατί ήρθε νωρίτερα το Πάσχα, αλλά γιατί είναι η εβδομάδα που οι μαθητές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια παίρνουν τους βαθμούς τους.
Για κάποιες οικογένειες είναι μια μέρα σαν τις άλλες που τυπικά θα πρέπει να πάνε να ενημερωθούν για την βαθμολογία των παιδιών τους αφού και οι ίδιοι και τα παιδιά γνωρίζουν εκ των προτέρων την απόδοση τους στο τρίμηνο και έχουν δώσει στην έννοια της σχολικής βαθμολογίας φυσιολογικές διαστάσεις.
Υπάρχει όμως και μια άλλη μερίδα μαθητών και οικογενειών γενικότερα που δυστυχώς είναι η μεγαλύτερη, όπου η μέρα αυτή είναι γεμάτη άγχος, ψυχοσωματικά προβλήματα, όπως πονοκεφάλους, κοιλόπονους, φόβο. Είναι το άγχος των παιδιών για τα επικριτικά σχόλια που θα ακούσουν από τους γονιούς, τις τιμωρίες που θα υποστούν, τα σχόλια που θα ακούσουν και τις επιπλήξεις, εάν οι βαθμολογία δεν θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες αυτών. Γιατί τις περισσότερες φορές ενώ τα παιδιά βαθμολογούνται σύμφωνα με τις δυνατότητες τους, εμείς ως γονείς δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε ότι το παιδί μας μέχρι εκεί μπορεί, ότι ίσως να μην μπορέσει να μπει στο πανεπιστήμιο και να γίνει γιατρός ή μεγαλοδικηγόρος σαν τον γιό της γνωστής μας.
Κάποια στιγμή η πίεση των γονιών και του σχολείου θα αποδώσει αλλά πρόσκαιρα.
Αυτή την πίεση το παιδί θα την βγάλει πάνω του είτε εμφανίζοντας ψυχοσωματικά προβλήματα, είτε παρουσιάζοντας επιθετική συμπεριφορά, ή αρνούμενος να συνεχίσει να μελετά και να ασχολείται με το σχολείο.
Δεν είναι τυχαίο πως τα παιδιά που έχουν πιεστεί με κάποιο τρόπο να διαβάσουν και πολύ περισσότερο τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, αρνούνται να φυλλομετρήσουν οποιοδήποτε άλλο έστω βιβλίο πέραν του σχολικού τους.
Και αν αυτά τα παιδιά τελικώς χάνουν κάτι από τη ζωή τους, κάτι σημαντικό δεν είναι η εισαγωγή στα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα αλλά η αγάπη για την ίδια γνώση.
Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου οι μόνες μορφές ευφυΐας που γίνονται αντιληπτές είναι οι Γλωσσικολεκτική και η λογικομαθηματική, τα παιδιά που έχουν δυσκολίες στον προφορικό και γραπτό λόγο, στην μαθηματικά σκέψη «χάνονται» και πιθανών χάνονται παιδιά με ιδιαίτερες μουσικές και καλλιτεχνικές δυνατότητες μαζί με ταλέντα στις κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις όταν σε ένα άλλο σχολικό περιβάλλον καταλληλότερο γι’ αυτά, θα αναδεικνυόταν το ταλέντο τους και θα πετύχαιναν στην ζωή τους. Σ’ αυτό το σχολικό περιβάλλον που φοιτούν, ματαιώνονται, καταρρακώνεται η αυτοεκτίμηση τους και η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους και γίνονται αντικείμενα αρνητικών σχολείων και από τους γονείς και από τους συμμαθητές τους.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν το έχουν οι γονείς των παιδιών με την χαμηλότερη βαθμολογία αλλά πολλές φορές οι γονείς των παιδιών με την υψηλή βαθμολογία.
Πολλά δράματα βλέπουμε να εκτυλίσσονται στους διαδρόμους των σχολείων όπου οι γονείς των μαθητών της δευτ/ας κυρίως εκπαίδευσης απογοητευμένοι από το 18 ή το 19 πολλές φορές των παιδιών τους προσβάλλουν το παιδί μπροστά στους συμμαθητές του και στους άλλους γονιούς γιατί δεν αρίστευσαν όπως οι ίδιοι ήλπιζαν.
Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε τα παιδιά μας να αγαπήσουν την γνώση και να αποκτήσουν εσωτερικά κίνητρα, να μάθουν να είναι επιμελή και εργατικά όχι για τους γονείς, ούτε για την επιβράβευση, ούτε για την βαθμολογία αλλά για την αληθινή χαρά που δίνει η ίδια η γνώση.
Ας αγαπήσουμε εμείς οι γονείς τα παιδιά μας γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτό που θα θέλαμε να είναι και ας ξεχωρίσουμε τις ανάγκες των παιδιών από τις δικές μας, να τα απελευθερώσουμε από τα δεσμά μας για να τα δούμε κάποτε ευτυχισμένα με ελεύθερο πνεύμα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"

Ο ρόλος, οι στόχοι και η μεθοδολογία του ειδικού παιδαγωγού

Η Ειδική Αγωγή περιλαμβάνει μια μεγάλη ομάδα ατόμων (στη συγκεκριμένη περίπτωση παιδιών , αφού με αυτά δουλεύουμε), όπου η αιτιολογία και ο ορισμός της διαταραχής τους ποικίλουν. Ωστόσο, μπορούμε να πούμε ότι το Ειδικό Μαθησιακό ή Παιδαγωγικό τμήμα μπορούν να παρακολουθήσουν παιδιά με :

• Αισθητηριακές δυσκολίες .
• Σωματικές αναπηρίες, σύνδρομα, χρόνιες ασθένειες, που συνοδεύονται από νοητική στέρηση και διαταραχές του λόγου.
• Διαταραχές συμπεριφοράς.
• Νοητική στέρηση.
• Ελλειμματική προσοχή – υπερκινητικότητα.
• Μαθησιακές δυσκολίες.
• Δυσλεξία.

Στο παρακάτω κείμενο θα επικεντρωθούμε κυρίως στα παιδιά με δυσλεξία και κυρίως στα παιδιά με Μ.Δ. που μπορούν να οφείλονται σε ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία, ελλειμματική προσοχή, υπερκινητικότητα και οριακή νοημοσύνη ή ελαφρά καθυστέρηση τα οποία φοιτούν σε κανονικά σχολεία, αλλά οι δυσκολίες που έχουν είναι τόσο σοβαρές ώστε να μην είναι ικανά να τις ξεπεράσουν μόνα τους, στηριζόμενα στις δικές τους δυνάμεις, αλλά να χρειάζονται την βοήθεια των ειδικών .

Ο ρόλος του ειδικού παιδαγωγού (Ε.Π)

Ο Ε.Π. αποτελεί το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη διαγνωστική ομάδα και την εκπαιδευτική πράξη. Συνεχίζει την παιδαγωγική έρευνα, συμπληρώνοντας συχνά την ιατροψυχολογική διάγνωση βλέποντας την συμπεριφορά του παιδιού, την συγκέντρωση προσοχής, την επίδοση του, τον προφορικό λόγο και τις γραπτές εργασίες του.


Στόχοι προγράμματος αντιμετώπισης των μαθησιακών δυσκολιών & της δυσλεξίας

• Ανάπτυξη του μηχανισμού ανάγνωσης .
• Ανάπτυξη της δεξιότητας για γραφή .
• Εκμάθηση γραμματικών κανόνων και συντακτικών με σκοπό την εξοικείωση του παιδιού με τον τομέα αυτό καθώς και προετοιμασίας για την διδασκαλία της καταληκτικής ορθογραφίας.
• Διδασκαλία της καταληκτικής ορθογραφίας.
• Εξοικείωση με την ανάλυση των λέξεων με την παραγωγή, σύνθεση, σημασία και ετυμολογία τους.
• Διδασκαλία της θεματικής ορθογραφίας.
• Ανάπτυξη και εμπλουτισμός λεξιλογίου τόσο στον προφορικό τόσο και στον γραπτό λόγο.
• Εκμάθηση περίληψης κειμένου και ανάλυσης του με σκοπό την βελτίωση της αναλυτικό συνθετικής ικανότητας του παιδιού.
• Οργάνωση της γραφής, της έκθεσης και άλλων γραπτών κειμένων με σχεδιαγράμματα και ασκήσεις παραγωγής λόγου.
• Διδασκαλία τρόπων απομνημόνευσης της προπαίδειας και γενικότερα μαθηματικών εννοιών, ακολουθιών, γραφικών παραστάσεων.
• Εκμάθηση τρόπου ανάγνωσης, κατανόησης και επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων.
• Συμβουλευτική του παιδιού και των γονέων για την σωστή οργάνωσης της μελέτης, την ανάπτυξη διαφόρων ικανοτήτων του παιδιού και ενημέρωση για τη φύση της δυσκολίας που αντιμετωπίζει, με σκοπό την τόνωση της αυτοεκτίμησης του και την σωστή αντιμετώπιση του.

Πολλές φορές όμως δημιουργούνται κάποια ερωτήματα που έχουν σχέση τόσο με τον τρόπο όσο και με τον χώρο που θα γίνεται η πραγματοποίηση αυτών των στόχων.
Πολλές φορές μας ρωτούν :
- πρέπει το παιδί να πάει σε κάποιον ειδικό ή σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο όταν οι σχολικές του επιδόσεις είναι χαμηλότερες του προσδοκούμενου ;
- ναι, γιατί όσο πιο νωρίς ξεκινάει ένα παιδί την θεραπευτική αντιμετώπιση των δυσκολιών του, τόσο πιο γρήγορα επέρχεται η βελτίωση, τόσο μικρότερη είναι η απόκλιση από την μαθησιακή του ομάδα και το παιδί αποφεύγει έχοντας πάντα και μια έγκυρη γνωμάτευση, τις ατυχείς παρατηρήσεις στον χώρο του σχολείου και τις επιβλαβείς κριτικές για την σχολική του απόδοση. Έτσι δεν θα μειωθεί η αυτό εκτίμηση του και η δυσκολία που έχει θα το φορτίσει με τον μικρότερο δυνατό ψυχικό κόστος για τον ίδιο και την οικογένεια του, αποφεύγοντας έτσι την συσσώρευση αρνητικών συναισθημάτων που θα εκδηλωθούν μελλοντικά με αποστροφή για την μάθηση και με διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχοσωματικά συμπτώματα.
Επιπλέον όταν η γνωμάτευση γίνεται από τους ειδικούς καθώς και η θεραπεία το παιδί και ο γονιός αποφεύγει να μπει στηνη παγίδα λανθασμένων διαγνώσεων που όλοι ξέρουμε ότι κατά καιρούς έχουν γίνει στιγματίζοντας την ζωή του παιδιού.
Μπορεί για τον γονιό η λύση ενός ατόμου που θα πηγαίνει στο σπίτι του και θα βοηθά το παιδί στα μαθήματα του σχολείου με χαμηλότερο πιθανόν οικονομικό κόστος και σπατάλη χρόνου αφού αποφεύγει και την διαδικασία μετακίνησης του, να φαίνεται η καλύτερη λύση, μακροπρόθεσμα όμως είναι εις βάρος του παιδιού και των γονιών του.
Γιατί δεν έχει νόημα να μάθει κάποιος το μάθημα της ιστορίας στο παιδί όταν το παιδί δεν γνωρίζει τον μηχανισμό της ανάγνωσης, δεν κατανοεί το κείμενο που διαβάζει, δεν έχει αναλυτικό συνθετική ικανότητα και μαθηματική σκέψη.
Το μόνο που θα καταφέρει ο γονιός είναι να εγκλωβιστεί σε μια σειρά χρόνιων και αναποτελεσματικών φροντιστηριακών μαθημάτων και να ξοδέψει πολύ περισσότερα τελικά, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα για το παιδί.
Οι συνεδρίες που γίνονται από ειδικούς έχουν καλύτερα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα γιατί:
- οι ειδικοί πέρα από την αρχική τους μόρφωση επιμορφώνονται συνεχώς με ειδικά εκπαιδευτικά σεμινάρια για τις σύγχρονες μεθόδους αντιμετώπισης των μαθησιακών δυσκολιών και της δυσλεξίας
- χρησιμοποιούν το κατάλληλο οπτικό ακουστικό υλικό προσφέροντας πάντα ψυχολογική υποστήριξη στο παιδί και συμβουλευτική στους γονείς με τους οποίους βρίσκονται σε συνεχή συνεργασία.
- Παράλληλα για την ταχύτερη αποκατάσταση δίνεται υλικό ασκήσεων όπου του παιδί μπορεί να το κάνει στο σπίτι του για την εμπέδωση όσων έχει διδαχθεί.
- Επιπλέον οι γονείς μπορεί να ελέγχουν την επίδοση του παιδιού με αξιολογητικά τεστ που γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Ακολουθώντας όλα τα παραπάνω το αποτέλεσμα σίγουρα θα είναι ελπιδοφόρο.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Αναγνώστης"